ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
 

Ο ιστορικός και ο καλλιτέχνης

Δημήτρης Ι. Κυρτάτας
Ιστορικός, καθηγητής Π.Θ.

 

1. Η ιστορία και η τέχνη
Οι ιστορικοί λησμονούν εύκολα τη συνάφεια του κλάδου τους με την τέχνη. Αναζητώντας την αλήθεια των γεγονότων ισχυρίζονται ότι η καλλιέπεια και τα ρητορικά σχήματα λειτουργούν περισσότερο αποπροσανατολιστικά παρά θετικά. Αποφεύγουν άλλωστε τις συζητήσεις για τις γενεαλογικές καταβολές που συνδέουν τον ιστορικό με τον ποιητικό και ευρύτερα λογοτεχνικό λόγο ή σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι η ιστορία έχει οριστικώς χειραφετηθεί από την τέχνη και οδεύει (δυόμισι χιλιάδες χρόνια τώρα) προς την επιστημονική της ολοκλήρωση. Έτσι, ακόμα και η χαρά που αισθάνονται για ενδεχόμενους επαίνους γλαφυρότητας και ποιητικότητας σπανίως εκδηλώνεται ανοιχτά.

Οι καλλιτέχνες από την πλευρά τους αντιμετωπίζουν την ιστορία με συμπάθεια και προσβλέπουν σε αυτήν ως πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Αποζητούν τη συναναστροφή μαζί της και τη μελετούν – ορισμένες φορές εμβριθώς. Οργίζονται ωστόσο και διαμαρτύρονται έντονα όταν τους εκτοξεύεται η εύκολη κατηγορία ότι διαστρέβλωσαν τα δεδομένα και ότι δεν σεβάστηκαν τα γεγονότα. Άλλο ιστορία και άλλο τέχνη, σπεύδουν να διακηρύξουν. Η αλήθεια την οποία υπηρετούν είναι άλλης, ενδεχομένως ανώτερης τάξης.

Το σίγουρο είναι ότι η ιστορία και η τέχνη έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς. Όσο κι αν απομακρύνονται, βρίσκουν πάντα τον τρόπο της επαναπροσέγγισης. Όσο κι αν πορεύονται τους ξεχωριστούς τους δρόμους, ανακαλύπτουν ότι οι αλήθειες τις οποίες υπηρετούν εκπορεύονται από την ίδια κοινωνία και πηγάζουν από την ίδια κοινή μήτρα του ανθρώπινου πόνου, της ελπίδας και του αγώνα.

 

2. Το αρχείο
Η συγκροτήσει της νέας συλλογής του Παντελή Λαζαρίδη βασίζεται σε μια μακροχρόνια και συστηματική προσπάθεια. Μολονότι οι καλλιτέχνες που μοχθούν σκληρά πριν παραδώσουν τα έργα τους στη δημόσια κρίση δεν σπανίζουν, η συγκεκριμένη περίπτωση είναι διαφορετική. Εδώ και πολλά χρόνια καταρτίζεται ένα αρχείο το οποίο υποβαστάζει το συνολικό εγχείρημα. Πριν αρχίσει η τελική επεξεργασία, η οποία χρειάστηκε επίσης εντατική, δημιουργική και πρωτοποριακή εργασία, είχε ήδη συγκεντρωθεί ένα υλικό ιδιαιτέρως εντυπωσιακό για τον όγκο και την ποικιλία του. Ποιες σκέψεις κυριαρχούσαν όταν αποφασίστηκε αυτός ο τρόπος εργασίας και ποιοι ήταν οι επιδιωκόμενοι στόχοι στο ξεκίνημα είναι ερωτήματα τα οποία μπορούν να παραμείνουν ανοικτά. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι, έως ένα βαθμό, η εργασία έγινε με τη μέθοδο του ιστορικού. Αυτή ακριβώς η ομοιότητα μου κίνησε το ενδιαφέρον και με παρακίνησε να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις από τη σκοπιά του δικού μου επιστημονικού κλάδου. Πρόθεσή μου δεν είναι να αποτιμήσω την αισθητική αξία του αποτελέσματος –παρά τη γοητεία που μου ασκεί– αλλά να το συγκρίνω κάπως με τα αποτελέσματα της ιστοριογραφικής ενασχόλησης.

Το υλικό που συγκεντρώθηκε για την κατάρτιση του αρχείου είναι πρωτίστως –μολονότι όχι αποκλειστικώς– φωτογραφικό. (Αντιλαμβάνεται κανείς ότι περιλαμβάνει επίσης ήχους, video και σημειώσεις.) Ο ιστορικός, όπως είναι γνωστό, συγκεντρώνει κυρίως κείμενα, αλλά η διαφορά αυτή δεν έχει μεγάλη σημασία. Νοήματα (στα οποία περιλαμβάνονται και ιστορικές πληροφορίες) μπορούν να μεταδοθούν τόσο με λέξεις όσο και με εικόνες.

Υπάρχουν σήμερα ιστορικοί που ξεκινούν και αυτοί από μια φωτογραφία ή από μια φωτογραφική συλλογή. Η φωτογραφία μεταφράζεται άλλωστε σε λέξεις και μάλιστα, όπως έχει υπολογιστεί, σε αναλογία μίας προς χίλιες. Έτσι κι αλλιώς, όταν γεννήθηκε η ιστοριογραφία, ο δημιουργός της θεώρησε ότι θα έπρεπε, πάνω από όλα, να στηριχθεί στο βλέμμα του και να επισκεφθεί όλους τους σημαντικούς τόπους όπου είχαν διαδραματιστεί αυτά που σκόπευε να περιγράψει. Για ένα μεγάλο διάστημα μάλιστα (όχι μόνο στην αρχαιότητα) είχε επικρατήσει η άποψη ότι μόνον οι ιστορικοί δευτέρας κατηγορίας εργάζονται χωρίς αυτοψία. Στο βαθμό που η φωτογραφία έχει σήμερα αντικαταστήσει επαξίως την αυτοψία, η κατάρτιση του συγκεκριμένου αρχείου μπορεί να θεωρηθεί ότι συντελέσθηκε με μια ιδιότυπη επιστροφή στις ρίζες της ιστορικής έρευνας. (Θα θυμηθούμε βεβαίως εδώ ότι στην αρχική της έννοια της λέξης ιστορία ήταν απλώς έρευνα.)

Για τις επιλογές του αρχείου μπορούμε να είμαστε κατηγορηματικότεροι. Οι φωτογραφίες που τo απαρτίζουν δεν είναι πρωτότυπες. Προέρχονται όλες από εφημερίδες και άλλα έντυπα. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Καμιά σχεδόν φωτογραφία δεν τραβήχτηκε για τις ανάγκες του. Πριν αποκοπούν από τα συνοδευτικά τους κείμενα, τις λεζάντες ή τα ρεπορτάζ, είχαν όλες διανύσει μια τροχιά δημόσιας έκθεσης. Μέσα στην πλημμυρίδα του υλικού που μας κατακλύζει δύσκολα θα μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε ακόμα και φωτογραφίες που ενδεχομένως είχαμε κάποτε κρατήσει στα χέρια μας. Όλες ωστόσο μας είναι, κατά κάποιο τρόπο, γνώριμες. Σχολιάζουν μία επικαιρότητα που μας είναι οικεία. Σχολιάζουν τον κόσμο στον οποίο ζούμε, τον κόσμο που πρωτίστως μας αγριεύει, που μας ενοχλεί και μας κάνει να δυσανασχετούμε. Σπανιότερα τον κόσμο που μας προκαλεί κάποια θυμηδία ή, ίσως, συμπάθεια. Αλλά πάντως, όλες ανεξαιρέτως οι φωτογραφίες, μας κρατούν σε κάποια απόσταση. Δεν μπορούμε να ταυτιστούμε με το θέμα καμιάς από αυτές αφού καμιά δεν απαθανατίζει «δικές μας στιγμές». Πρόκειται το πολύ για εικόνες αντικειμένων που κάποια στιγμή προσπεράσαμε ή με τα οποία διασταυρωθήκαμε φευγαλέα.

 

3. Η διαχείριση
Περνώντας στη φάση της αρχειοθέτησης (δεν τολμώ να πω της ταξινόμησης), ο τρόπος εργασίας ξεκόβει από τη συντροφιά των ιστορικών. Ίσως μάλιστα η λέξη ξεκόβει να είναι πολύ ήπια. Στην πραγματικότητα τους γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη. Ο τρόπος με τον οποίο συγκεντρώθηκε και φυλάχτηκε το υλικό περιφρονεί ό,τι ο ιστορικός θεωρεί ιερότερο. Πρώτα από όλα τη χρονολογική τάξη και, δεύτερον, την αυστηρή ένταξη σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς. Οι αρχές κατάταξης των φωτογραφιών δεν είναι σαφείς αλλά δίνουν την εντύπωση μιας απόλυτης αταξίας. Η παρατήρηση πάντως αυτή ενδέχεται να έχει μικρότερη αξία από όσο αρχικώς δείχνει.

Όλο το φωτογραφικό υλικό καλύπτει μια σχετικώς περιορισμένη περίοδο. Οι ημερομηνίες και οι ώρες που τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες, ακόμα και οι ακριβείς χρονιές, δεν έχουν μεγάλη σημασία. Τα θέματα που αποτυπώνονται, αίφνης μια συγκέντρωση σκουπιδιών στους δρόμους μετά από μεγάλη απεργία των εργαζομένων, θα μπορούσαν να ανήκουν στην περασμένη χρονιά, όπως ακριβώς και στην επόμενη. Αν πρόκειται άλλωστε για δρόμους της Αθήνας ή της Ρώμης έχει επίσης μικρή σημασία. Οι άστεγοι που ξαπλώνουν στους δρόμους και οι ανθρώπινες ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες είναι παγκόσμιο μάλλον φαινόμενο.

Πιο αποξενωμένος θα αισθανθεί ο ιστορικός όταν αναλογισθεί τον τρόπο με τον οποίο έχει γίνει η διαχείριση του φωτογραφικού υλικού. Στις ευφυείς και τολμηρές επινοήσεις, αυτές ακριβώς που βρίσκονται στη καρδιά της καλλιτεχνικής δημιουργίας, ο ιστορικός δεν μπορεί να διακρίνει τίποτα περισσότερο από μια εσκεμμένη παραμόρφωση. Εντοπίζω τρεις βασικές παραμορφωτικές μεθόδους. Πρώτον, παιγνίδια με το φως και τα χρώματα· δεύτερον, παιγνίδια με τα μεγέθη και τις αναλογίες· τρίτον, παιγνίδια με την επανάληψη και τον πολλαπλασιασμό του αντικειμένου.

Ο ιστορικός έχει την εντύπωση ότι εργάζεται με τον αντίθετο ακριβώς τρόπο. Όχι μόνο αποστρέφεται την παραμόρφωση αλλά όταν τη διαπιστώνει αισθάνεται υποχρεωμένος να επανορθώσει. Μια ιστορική φωτογραφία οφείλει να αποτυπώνει με ακρίβεια τα σωστά πρόσωπα, σε σωστές αναλογίες και (όταν είναι έγχρωμη) σε φυσικά χρώματα. Στις παρεμβάσεις του φωτοσόπ δεν διαπιστώνει τίποτα άλλο παρά μονάχα παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας. Η απάλειψη ενός προσώπου από μια ιστορική συντροφιά, όπως έγινε, για παράδειγμα, με τον Τρότσκι, η διόγκωση των χαρακτηριστικών μιας γνώριμης μορφής, όπως γίνεται στις γελοιογραφίες, και η μετατροπή της μέρας σε νύκτα ή της νύκτας σε μέρα είναι γνώριμες στρατηγικές των πολιτικών διαχειριστών της εικόνας τις οποίες ο ιστορικός έχει μάθει να αποστρέφεται.

Ο ιστορικός πάντως προτιμά συνήθως να λησμονεί ότι προσφεύγει και ο ίδιος σε αυτό που αποστρέφεται συχνότερα από όσο γνωρίζει ή νομίζει. Παραθέτει αυτούσια κείμενα και θεωρεί ότι είναι έτσι αντικειμενικός, προτιμώντας να αποσιωπά ότι η επιλογή των κειμένων δεν είναι αντικειμενική αλλά υποκειμενική διαδικασία. Υπογραμμίζει λέξεις και νοήματα με πρόθεση να καταστήσει σαφή μια τάση ή μια ακρότητα, χωρίς να διευκρινίζει επαρκώς ότι η υπογράμμιση είναι μια παραμόρφωση και μια αλλοίωση, για να μην πούμε παραχάραξη του νοήματος. Επανέρχεται δύο και τρεις φορές στα ίδια θέματα και τις ίδιες πληροφορίες καθώς το απαιτούν οι ανάγκες της αφήγησης, παραβλέποντας ότι έχει διπλασιάσει ή τριπλασιάσει το ειδικό βάρος ενός νοήματος. Ο ιστορικός θα ισχυριστεί ασφαλώς ότι οι δικές του παραμορφώσεις υπηρετούν την αλήθεια και ότι συμβάλλουν στην κατανόηση ενός συμβάντος. Αλλά το ίδιο ασφαλώς θα μπορούσε να ισχυριστεί και ο χειριστής του συγκεκριμένου αρχείου. Το έργο του υπηρετεί και αυτό μιαν αλήθεια και αναδεικνύει ένα βαθύτερο νόημα.

Για να μην κατηγορηθούμε ότι η αξιολόγηση του ιστοριογραφικού έργου γίνεται από σκοπιά υπερβολικά μεταμοντερνιστική θα μπορούσαμε ασφαλώς να δεχτούμε ότι η αλήθεια του καλλιτέχνη είναι διαφορετικής τάξης από την αλήθεια του ιστορικού. Ο καλλιτέχνης επιζητά τη μοναδικότητα και επαίρεται για τους μοναχικούς του δρόμους. Θεωρεί τη σχετικότητα και την υποκειμενικότητα αρετές. Ο ιστορικός αντιθέτως, ακόμα και όταν είναι υποκειμενικός, προσπαθεί να γίνει αποδεκτός από άλλους ιστορικούς ή από τους ενημερωμένους αναγνώστες τους. Επιθυμεί να τον αντιγράψουν και να τον επικαλεστούν. Θα ήταν ευτυχής εάν το έργο του χαρακτηριζόταν ως η τελευταία λέξη και η οριστική πραγμάτευση.

 

4. Η αποστασιοποίηση
Τα έργα που προκύπτουν από συγκεκριμένο αρχείο δεν προβάλλονται ως οριστικά. Κάθε άλλο. Υποδεικνύουν με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να υποστούν νέες επεξεργασίες και νέες παραμορφώσεις. Εκεί που η μεθοδολογία μοιάζει να συγκλίνει με του ιστορικού χαράζονται διαχωριστικές γραμμές για να την οριοθετήσουν. Με την τοποθέτηση δύο ή τριών παραλλαγών της ίδιας φωτογραφίας δίπλα δίπλα, όπως γίνεται συχνά, γίνεται υπόμνηση της υποκειμενικότητας και της σχετικότητας που υποστηρίζει τη συγκεκριμένη προσέγγιση. Με την αλλαγή των χρωμάτων και των φωτισμών ή, ακόμα σημαντικότερο, με την προβολή αντικατοπτρικών αποτυπώσεων, ένα έργο εμφανίζεται να διακηρύσσει προς τον θεατή: «Μην αρκείσαι σε μια παραλλαγή, μπορεί να γελαστείς και να νομίζεις ότι είναι μοναδική. Δες το ίδιο πράγμα και αλλιώς». Η συγκεκριμένη καλλιτεχνική δημιουργία δεν αντιποιείται το έργο του ιστορικού – το αντιμάχεται. Η δική της αλήθεια δεν είναι μόνο διαφορετικής τάξης αλλά και διαφορετικής ποιότητας.

Συμβαίνει κάποτε να δούμε μια φωτογραφία και να σκεφτούμε: Δες αυτό το παιδί. Πεινάει! Δες αυτή τη γυναίκα. Υποφέρει! Στα έργα της συλλογής Λαζαρίδη αυτό δεν ισχύει. Η μέρα δεν γίνεται ακριβώς νύχτα, αλλά μια νύχτα που όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ. Τα σφάγια που κρέμονται στην κρεαταγορά δεν τρώγονται. Ο αστυφύλακας δεν μπορεί να πυροβολήσει. Ο αθλητής δεν μπορεί να τρέξει. Ο θεατής δεν μπορεί να χειροκροτήσει.

Μολονότι τα θέματα της συλλογής μάς είναι οικεία, η εκτέλεση τα κρατά σε απόσταση. Ο καλλιτέχνης δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα αλλά διαμεσολαβεί για να την καταστήσει ψευδή, απατηλή και, κάποτε, μη αναγνωρίσιμη. Το απλούστερο θέμα γίνεται περίπλοκο και ασυνήθιστο. Η επικαιρότητα των εφημερίδων σταματά να είναι επίκαιρη και η καθημερινότητα γίνεται ξένη. «Αποξένωση από την οικειότητα», θα μπορούσε να είναι ένας από τους πολλούς ταιριαστούς τίτλους της συλλογής.

Ο καλλιτέχνης δεν κρατά στο χέρι ούτε μολύβι ούτε πινέλο. Χειρίζεται έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Δικαίωμά του. Δεν αποκλείεται να πρόκειται για το πινέλο του μέλλοντος. Με υπολογιστή εργάζονται άλλωστε εδώ και λίγο καιρό οι περισσότεροι ιστορικοί. Η ηλεκτρονική επεξεργασία της φωτογραφίας είναι μια γνωστή διαδικασία η οποία ωστόσο κρατά ακόμα ανεξερεύνητα μυστικά με τα οποία ο δημιουργικός καλλιτέχνης βρίσκεται σε ζωντανό διάλογο. Όλα αυτά είναι θέματα που θα μπορούσαν να ανοίξουν μια χρήσιμη συζήτηση. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μου βρίσκεται στο τελικό αποτέλεσμα αυτής της πρωτοποριακής μεθόδου.

Οι πίνακες που βγαίνουν από το εκτυπωτικό μηχάνημα θα μπορούσαν να μην είναι έργα μοναδικά. Με μια απλή εντολή είναι ίσως δυνατόν να διπλασιαστούν, να πολλαπλασιαστούν, να εκατονταπλασιαστούν. Όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε στον κόσμο των αναπαραστάσεων και της αναπαραγωγής, σε μια ιδιότυπη κατασκευή πολλαπλών έργων του μέλλοντος. Αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Οι επεξεργασίες των έργων πριν δοθεί η εντολή για εκτύπωση είναι τόσο περίπλοκες ώστε είναι ζήτημα εάν μπορεί ο ίδιος ο καλλιτέχνης να επαναλάβει ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα. Εν πάση περιπτώσει, το παιγνίδι των παραλλαγών καθίσταται αέναο. Η εργασία επαναλαμβάνεται χωρίς να καθίσταται απλή επανάληψη. Κυρίως όμως η μέθοδος αυτή παρέχει τη δυνατότητα της παρέμβασης σε τρίτους. Τους προσφέρεται κατά κάποιο τρόπο ένα κιτ για προσωπικές εκτελέσεις. Ανοίγει έτσι ένας δρόμος και που παραμένει ανοικτός. Δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί κανείς έναν ιστορικό που δίνει στον αναγνώστη του τα υλικά μέσα για να ξαναγράψει την ιστορία του όπως τη θέλει ο ίδιος.

 

5. Η επιστροφή του αρχείου
Οι δυνατότητες που δίνει αυτός ο τρόπος εργασία στον κάτοχο του έργου για νέες παραλλαγές και νέες εκτυπώσεις είναι πολλές αλλά όχι άπειρες. Αυτό έχει σημασία. Η βάση κάθε έργου είναι δεδομένη και δεν μπορεί να παραβιαστεί πέρα από ένα ορισμένο σημείο. Κάθε έργο προστατεύεται μάλιστα με έναν άλλο τρόπο. Ανήκει σε μία συλλογή και αποκτά το νόημα και την αξία του από τη συλλογή. Μπορεί να αποκοπεί και να εκτεθεί μόνο του ή παρέα με λιγοστά άλλα. Αλλά αν ξεκόψει τελείως από το σύνολο παύει να είναι το ίδιο έργο. Είναι φανερό ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μεμονωμένα έργα αλλά με μια σειρά.

Για να αντιληφθεί κανείς περί τίνος πρόκειται πρέπει να ξοδέψει αρκετό χρόνο. Κανένας επισκέπτης του εργαστηρίου Λαζαρίδη δεν κατάφερε να ξεφύγει σε λιγότερες από έξι περίπου ώρες και όλοι έμειναν με την εντύπωση ότι χρειαζόταν τουλάχιστον άλλες τόσες. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Η λογική της συλλογής ξεδιπλώνεται σιγά σιγά. Ο θεατής αρχίζει να ανακαλύπτει μόνος του το ρυθμό που τη διέπει, αφού πρώτα έχει σταθεί προσεκτικά μπροστά σε διάφορα μικρά υποσύνολα. Κάθε έργο είναι αυτοτελές αλλά ανήκει ταυτοχρόνως σε μια ομάδα. Όλες οι ομάδες μαζί συνθέτουν μια κατηγορία, η κατηγορία μια συλλογή. Η συλλογή μας ξαναφέρνει πίσω στο αρχείο. Χρειάζεται αρκετή ώρα για να γίνει αυτό αντιληπτό αλλά όταν γίνει δεν μπορεί πλέον να λησμονηθεί. Χωρίς το αρχείο κάθε μεμονωμένο έργο είναι κάτι τελείως διαφορετικό.

Με έναν τρόπο κάπως παράδοξο, μαζί με το αρχείο επιστρέφει και η συνάφεια με το έργο του ιστορικού. Μια σελίδα ενός ιστορικού συγγράμματος μπορεί να διαβαστεί αυτοτελώς· το ίδιο και ένα κεφάλαιο. Αλλά ένα απόσπασμα, ακόμα και μισό βιβλίο προσφέρει απλώς πληροφορίες. Η σύνθεση του ιστορικού βρίσκεται στο σύνολο του έργου. Απαιτεί την αρχή, τη μέση και το τέλος. Η περικοπή νοηματοδοτείται από τη γενική σύλληψη. Όπως ακριβώς και με τη συλλογή Λαζαρίδη. Συγκροτεί ένα αφήγημα. Αφηγείται μια ιστορία. Την ιστορία της καθημερινής μας ζωής. Τον περίπατο, τη βιτρίνα, τη διατροφή, την άθληση, το θέαμα, τη διαδήλωση, τη δυστυχία, τη μιζέρια, το φόβο, την έκπληξη, τη βία, την ομορφιά, την ασκήμια, την αγανάκτηση, την αντίδραση, τις ενοχές. Για να παραμείνει καθημερινή ζωή οφείλει να τα περιλαμβάνει όλα ή, τουλάχιστον, να περιλαμβάνει πολλά από αυτά.

Αλλά ο κόσμος του καλλιτεχνικού αυτού αρχείου δεν είναι ο κόσμος του ιστορικού. Το συνολικό αφήγημα δεν είναι ένα ιστορικό αφήγημα. Ο ιστορικός προσπαθεί να καταστήσει οικείο έναν κόσμο ψυχρό και απόμακρο. Επιχειρεί να δώσει νόημα σε πράξεις που δείχνουν ακατανόητες. Αναζητά την κρυφή αλληλουχία και τις μυστικές αιτιότητες. Η καλλιτεχνική αυτή συλλογή προσπαθεί να καταστήσει ανοίκειο έναν κόσμο γνώριμο και καθημερινό. Επιχειρεί να καταστήσει πόλους προβληματισμού και ανήσυχου αναστοχασμού πράξεις που συντελούνται τριγύρω μας χωρίς να μας προβληματίζουν. Αναζητά τον παραλογισμό και άρα την ανατροπή εκεί όπου όλα δείχνουν αυτονόητα. Πρόκειται για έναν κόσμο τέχνης, όχι ιστορικής πληροφορίας. Πρόκειται για απορίες ενός καλλιτέχνη, όχι για βεβαιότητες ενός κοινωνικού επιστήμονα. Πρόκειται για καλλιτεχνική δημιουργία, όχι για επιστημονική ανατομία.

Έτσι γίνεται όπως πιστεύω συχνά με τα έργα των καλλιτεχνών. Παίρνουν ένα κομμάτι από τη ζωή και το καθιστούν αισθητικό αντικείμενο. Τα ειδεχθέστερα εγκλήματα, όπως η σφαγή των νηπίων και ο βιασμός μιας παρθένου, μπορούν να αναρτηθούν σε έναν ιδιωτικό χώρο χωρίς να προκαλούν τρόμο. Η φρίκη της Mέδουσας μπορεί να καταστεί γοητευτική και η γυμνότητα σεμνή. Όλα αυτά γίνονται νομίζω με μεγάλη επάρκεια στη συλλογή Λαζαρίδη. Ο κόσμος που μας περιβάλλει υφίσταται επεξεργασία και επαναπροσφέρεται μετουσιωμένος – ως έργο τέχνης.

Η σύντομη αυτή παρουσίαση ενδέχεται να μην εξαντλεί καθόλου το θέμα. Και πάντως εγώ που συνέταξα αυτές τις γραμμές δεν είμαι ικανοποιημένος με τα καταληκτικά μου συμπεράσματα. Σκέφτομαι έτσι ότι, σε τελευταία ανάλυση, και ο ιστορικός μετουσιώνει τον κόσμο και μας τον προσφέρει εξημερωμένο. Στον ιδιωτικό μας χώρο έχουν θέση ιστορικές μελέτες για τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα του πολιτισμού μας, όπως είναι το ολοκαύτωμα, χωρίς να μας σοκάρουν και χωρίς να μας εξεγείρουν.

Ο Παντελής Λαζαρίδης άλλωστε δεν εργάζεται ακριβώς όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες. Μετατρέπει τις πληροφορίες του αρχείου σε αισθητικό αντικείμενο, χωρίς ωστόσο να τους αφαιρεί πλήρως τη δύναμή τους. Επειδή ακριβώς βασίζεται σε ένα φωτογραφικό υλικό, δεν μπορεί και δεν θέλει να ξεφύγει τελείως από την ασχήμια, την αγριότητα και τη σύγκρουση. Τα έργα του είναι ασφαλώς αισθητικά αντικείμενα αλλά είναι επίσης, και παραμένουν πάντα, πληροφοριακά τεκμήρια. Παραπέμπουν και σημασιοδοτούν. Σχολιάζουν και υπογραμμίζουν. Επιλέγουν και επαναλαμβάνουν. Μας είναι αδύνατον να λησμονήσουμε ότι πηγάζουν, όπως και τα ιστορικά συγγράμματα, από μια κοινή μήτρα, και αυτή δεν είναι άλλη από το αρχείο.