ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
 

Μετασχηματισμοί, ερμηνείες, βιογραφίες

Κώστας Κωτσάκης
Αρχαιολόγος - Ιστορικός, καθηγητής Α.Π.Θ.

 

«…τι απομένει αν αφαιρέσω το γεγονός ότι το χέρι μου σηκώνεται από το γεγονός ότι σηκώνω το χέρι μου;»
Ludwig Wittgenstein, Philosophical Investigations, sec. 621.

 

Από το σύνολο όσων συνέβησαν στο παρελθόν ένα μικρό μέρος φτάνει σε μας. Μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος μεσολαβεί πάντα ένα βαθύ χάσμα. Κάθε εποχή, με τις δεξιότητες που διαθέτει, επιχειρεί να προσχώσει αυτό το χάσμα με τα δικά της φερτά υλικά. Η σχέση με το παρελθόν, από τον πρωταρχικό homo μέχρι σήμερα, αυτός ο βαθύτερος νόστος, διαμορφώνεται από τη συνεχή προσπάθεια να καλυφθεί το μεγάλο κενό, με την κατασκευή αφηγήσεων, που άλλοτε συγκλίνουν, άλλοτε τέμνονται και άλλοτε αποκλίνουν ή συγκρούονται. Δεν είναι τυχαίο ότι το βλέμμα του αγγέλου της ιστορίας του Walter Benjamin είναι στραμμένο προς το παρελθόν. Μπροστά στον άγγελο, δηλαδή την ίδια την κοινωνία, οι εποχές σωρεύουν ερείπια, αλλά εκείνος απομακρύνεται γρήγορα και σπρώχνεται στο μέλλον. Αδύναμος να σταθεί, ποτέ δε θα μπορέσει να συνθέσει τα κατακερματισμένα λείψανα που βλέπει (1). Για τον Benjamin, αντίθετα με ό,τι υποστηρίζεται από τον ιστορικισμό, το παρελθόν είναι εντέλει μη αναγώγιμο. Μιλάμε για το παρελθόν που αντικρύζουμε επειδή η κοινωνία θέλει να μιλήσουμε για το μέλλον που δεν υπάρχει ακόμη.

Τα αντικείμενα που κάποτε συνόδευσαν την ανθρώπινη δράση, τα τεκμήρια, είναι κι αυτά σιωπηλά. Η σιωπή του υλικού πολιτισμού προκύπτει γιατί τα πράγματα έχουν χάσει το ακριβές νόημα που περιείχαν όταν συμμετείχαν στην ανθρώπινη δράση, ως ενεργητικά μέσα των κοινωνικών υποκειμένων, ως πεδίο επικοινωνίας των φορέων δράσης. Για το λόγο αυτό η βαθύτερη σχέση του παρατηρητή με τα πράγματα μπορεί να είναι μόνο αποφατική, και να περνά μέσα από το παλίμψηστο των ερμηνειών που τους έχουν αποδοθεί και όχι από ιδιότητες που υποτίθεται ότι ενσωματώνουν και διατηρούν (2). Όσο μεγαλώνει η χρονική και η πολιτισμική απόσταση, τόσο αυξάνεται ο βαθμός της απώλειας του νοήματος.

Στο πεδίο αυτό, η σιωπή του παρελθόντος δεν είναι μονάχα αποτέλεσμα της απώλειας του νοήματος εξαιτίας της απουσίας του κοινωνικού συγκειμένου του παρελθόντος. Είναι και αποτέλεσμα του μετασχηματισμού που υφίσταται η μαρτυρία των πραγμάτων και η αρχική τους συνάφεια, που μεταβάλλεται στο πέρασμα του χρόνου. Οι συνδέσεις των πραγμάτων διαλύονται, οι αλληλουχίες διασπώνται, τα σύνολα απομονώνονται. Τελικά, αίτια και αποτελέσματα διαχωρίζονται και καταρρέει η δυτική θετικιστική βεβαιότητα πως το σύνολο του παρελθόντος είναι προσιτο (3). Ο άνθρωπος, που «πλάθει τον εαυτό του» (4) με τις κάθε είδους παρεμβάσεις του, ωθεί αυτές τις διαδικασίες, που συγκαταλέγονται έτσι στις ιστορικές. Τις ονομάζουμε συνήθως ανθρωπογενείς διαδικασίες μετασχηματισμού, και μετασχηματίζουν τη μαρτυρία σε τέτοιο βαθμό που η αποκατάσταση της αρχικής συνάφειας μεταξύ των πραγμάτων γίνεται εξαιρετικά δύσκολη. Αυτός άλλωστε είναι και ο τελικός στόχος κάθε αρχαιολογίας του παρελθόντος, αν και τα εργαλεία που χρησιμοποιεί είναι αντικείμενο μακριάς, εσωτερικής συζήτησης (5). Στις ανθρωπογενείς διαδικασίες μετασχηματισμού περιλαμβάνονται συνειδητές ενέργειες και πράξεις με υλικό περιεχόμενο, όπως η καταστροφή και η ανοικοδόμηση, αλλά και ενέργειες με μη υλικό περιεχόμενο, όπως η μνήμη, η συμβολική αναπαραγωγή, και η ερμηνεία ενώ σε αυτές προστίθενται και οι φυσικές διαδικασίες μετασχηματισμού, για τις οποίες επίσης υπάρχει η ανάλογη τεχνική συζήτηση.

Ό,τι έχει επομένως μπροστά του ο άγγελος του Benjamin δεν είναι σε τελική ανάλυση απλά υλικά συντρίμμια του παρελθόντος, αλλά μετασχηματισμένα και αλλοιωμένα νοήματα, που κάποτε υπήρξαν πραγματικές κοινωνικές σχέσεις και οντότητες. Στο μετασχηματισμό συνέβαλαν οι άνθρωποι με τις συνειδητές και ασυνείδητες παρεμβάσεις τους, και οι νόμοι της φύσης, με τον αποκλειστικό λόγο τους στην υλική εμφάνιση των πραγμάτων. Καμιά απεικόνιση -του παρελθόντος εξορισμού- δεν μπορεί να παραβλέψει αυτή την πραγματικότητα.

Ποιος είναι ο ρόλος του παρατηρητή που βρίσκεται στο παρόν; Καταρχήν να παρατηρήσουμε ότι στη σχετική συζήτηση ο παρατηρητής γίνεται αντιληπτός συχνά να στέκεται στο παρόν, πράγμα που πρέπει να δηλώνει την εγγενή δυσκολία να νοηθεί το παρόν ως κατηγορία του χρόνου και όχι του χώρου. Ωστόσο, στο προνομιακό, όσο και υποθετικό, αυτό σημείο, κάποιος που επιδιώκει την κατανόηση του παρελθόντος λόγω της εμμονής προς το μέλλον στην οποία αναφερθήκαμε στην αρχή του σημειώματος, συναντά το παρελθόν σε μια σχέση διαλεκτική: η ερμηνεία την οποία επιχειρεί δεν είναι απλή αναπαραγωγή, αλλά μάλλον διαμεσολάβηση των νοημάτων του παρελθόντος (6). Σύμφωνα με τον Gadamer, η κατανόηση και η ερμηνεία δεν είναι ένα χαρακτηριστικό της ιστορίας, αλλά αυτό καθεαυτό το αποτέλεσμα της ιστορίας (7). Ο παρατηρητής, που προσλαμβάνει τα κατάλοιπα του παρελθόντος είναι και ο ίδιος προϊόν του ίδιου του παρελθόντος που παρατηρεί. Η παρατήρηση της ιστορίας επομένως αναπτύσσεται σε μια διαλεκτική με έντονο αναστοχαστικό περιεχόμενο που περιλαμβάνει εξίσου και την ιστορικότητα του υποκειμένου. Σε τελική ανάλυση, η ιστορικότητα και η σχετικότητά της είναι εκείνη που διαμορφώνει το εργαλείο της κατανόησης. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε το ιστορικό υποκείμενο από το ιστορικό αντικείμενο χωρίς να μεταπέσουμε ακαριαία στον απλοϊκό ιστορικό αντικειμενισμό. Είναι ακριβώς αυτός ο διαχωρισμός που στο όνομα της θετικιστικής ουδετερότητας για δεκαετίες ταλαιπώρησε την αρχαιολογική σκέψη οδηγώντας σε αδιέξοδο κάθε απόπειρα κατανόησης μέχρι τη δεκαετία του ’80 (8).
Για τον ίδιο λόγο το σύνολο της μαρτυρίας που διασώζεται δεν μπορεί να γίνει κατανοητό ως αρχείο, αλλά μόνο ως κείμενο. Ένα αρχείο περιέχει μια ταξινομημένη εκ των υστέρων κανονικότητα πληροφοριών, με απαιτήσεις ουδέτερης πληρότητας. Αντίθετα ένα κείμενο αντιπροσωπεύει μια διαδοχή (κοινωνικών) νοημάτων με πολλαπλές αναγνώσεις από διάφορους αποδέκτες. Ο λόγος που το σύνολο της μαρτυρίας συγκροτείται ικανοποιητικότερα ως κείμενο παρά ως αρχείο βρίσκεται βαθιά μέσα στην έννοια της ανθρώπινης δράσης. Ο Wittgenstein στο παράθεμα του τίτλου αναρωτιέται αν υπάρχει κάτι περισσότερο στην κίνηση του χεριού από το ίδιο το γεγονός της κίνησης. Η προφανής απάντηση είναι ότι στην κίνηση του χεριού υπάρχει η πρόθεση της κίνησης, δηλαδή με άλλα λόγια, το νόημα. Είναι επομένως τα παράγωγα της ανθρώπινης δράσης που συγκροτούν το κείμενο του παρελθόντος σε ένα δίκτυο νοημάτων και σημασιών μέσα στο οποίο η κοινωνία εμπλέκεται και από το οποίο προσδιορίζεται (9).

Στη θέση του παρατηρητή, ο Παντελής Λαζαρίδης συλλέγει μαρτυρίες γεγονότων και πράξεων. Στο βαθμό που δεν είναι αυτόπτης μάρτυρας, τα γεγονότα έχουν ήδη συμβεί, ανήκουν δηλαδή στο παρελθόν. Δεν πρόκειται βέβαια για το σύνολο τους, αλλά μόνο για εκείνα που έχουν ήδη επιλεγεί από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, έντυπης και ηλεκτρονικής. Οι μαρτυρίες επομένως αποτελούν ήδη ένα κείμενο που έχει καταγραφεί μέσα από κριτήρια εξωτερικά, εκείνα των μέσων επικοινωνίας. Ούτε πρόκειται για πλήρη καταγραφή, αλλά για αποσπασματική διατήρηση μαρτυριών στην οποία τυχαίοι παράγοντες παίζουν ισοδύναμο ρόλο με την επιλογή του ίδιου του συλλέκτη. Ούτε άλλωστε πρόκειται για μαρτυρίες του δικού μας πολιτισμού αποκλειστικά. Ο καλλιτέχνης στο ρόλο του αγγέλου της ιστορίας, σωρεύει μπροστά μας σπαράγματα από το παρελθόν, από διάφορα πολιτισμικά και κοινωνικά πλαίσια, σε μια συνεχή ροή του χρόνου.

Ωστόσο, σε μια εντυπωσιακή αναλογία με τη συνολική σχέση της κοινωνίας με το παρελθόν, το κείμενο που συγκεντρώνεται με τον τρόπο αυτό δεν μένει αδρανές. Στη θέση της κοινωνίας, η καλλιτεχνική πράξη αποκτά τον έλεγχο και ταξινομεί, μετασχηματίζει και εντέλει μεταμορφώνει το υλικό, παράγοντας νέα νοήματα, που συγκροτούνται σε καλλιτεχνικά έργα. Μια τέτοια διαδικασία μετασχηματισμού περιλαμβάνει συνειδητές πράξεις του καλλιτέχνη, με προβλεπόμενη κατάληξη, αλλά όχι σπάνια και απόλυτα τυχαίες, με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Ωθώντας την αναλογία ένα βήμα παραπέρα, μπορεί κανείς να διακρίνει εδώ τις ανθρωπογενείς μετασχηματιστικές διαδικασίες, αλλά και τις φυσικές, που καθορίζουν τη μορφή της μαρτυρίας του παρελθόντος και για τις οποίες έγινε λόγος παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση, η τελική διαμόρφωση, δηλαδή η τελική ανάγνωση, σχετίζεται στενά με τη βιογραφία του καλλιτέχνη. Δεν είναι τίποτε άλλο από την ιστορικότητα του παρατηρητή, που καθορίζει τη διαδικασία παραγωγής νοήματος, και συμπυκνώνεται στον συγκροτημένο λόγο που ο παρατηρητής έχει διατυπώσει, με οποιοδήποτε τρόπο, στην διαλεκτική επικοινωνία του με τον «άλλο». Πολιτικές θέσεις, θεωρητικά κείμενα, προηγούμενα έργα, ακόμη και καθημερινές λεπτομέρειες, όπως συνταγές ή οδηγίες, μας ενδιαφέρουν όχι για να προσδιορίσουμε την πραγματική σημασία του έργου, αλλά για να πλουτίσουμε τα πολλαπλά νοήματα που το έργο περιλαμβάνει. Άλλωστε, όπως παρατηρεί ο Gadamer, «το νόημα ενός κειμένου υπερβαίνει τον συγγραφέα του όχι συχνά, αλλά πάντοτε. Έτσι, η κατανόηση, δεν είναι μια διαδικασία αναπαραγωγής, αλλά σχεδόν πάντοτε μια διαδικασία παραγωγής» (10). Σε αντίθεση με την κοινά διαδεδομένη αντίληψη, δεν υπάρχει ένα παρελθόν, αλλά πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους. Το κριτήριο της αλήθειας τους βρίσκεται στην ίδια την κοινωνία και στις δομές της, δηλαδή στο παρόν και το μέλλον και στα βαθμό που είναι διατεθειμένη να διαπραγματευτεί ζητήματα αυθεντίας και ισχύος (11).

Αν η βιογραφία του καλλιτέχνη έχει ρόλο στην πολλαπλότητα των νοημάτων του έργου, η αυτονομία του έργου απέναντι στον αρχικό του δημιουργό διαμορφώνει μια άλλη βιογραφία, εξίσου κεντρική, εκείνη του αντικειμένου. Στο πλαίσιο που μας ενδιαφέρει εδώ μπορούμε να την κατανοήσουμε όχι τόσο με τη σημασία της εμπορευματοποίησης, όπως επιχείρησε ο Kopytoff (12), αλλά με τη σημασία της διαφορετικής εκδοχής που κάθε έργο μπορεί να αποκτήσει από τον μελλοντικό ή τους μελλοντικούς ιδιοκτήτες του, αν και η εμπορευματοποίηση δεν μπορεί να είναι εντελώς εκτός συζήτησης για έργα που έχουν τιμή αγοράς. Η μορφή των συγκεκριμένων έργων του Λαζαρίδη, με την ειδική τεχνική την οποία έχει αναπτύξει ο καλλιτέχνης, παραμένει μοναδική για το κάθε έργο χωριστά, προβάλλει ωστόσο τη δυνατότητα του μετασχηματισμού και άρα της πολλαπλής ανάγνωσης στο μέλλον. Η συγκεκριμένη τεχνική καθιστά κάθε εκδοχή ακριβώς μια ρευστή και σχετική στιγμή στην ιστορία κάθε έργου. Με τον τρόπο αυτό, ο καλλιτέχνης, όχι μόνο παραιτείται από την προνομιακή θέση του έγκυρου ερμηνευτή, αλλά ακόμη και από το δικαίωμά του να δώσει σε κάθε έργο μια τελική μορφή, με την οποία να εγκαινιάσει το διάλογο με το κοινό του. Εδώ η αυτονομία του έργου και η πολλαπλότητα της ερμηνείας οδηγείται στην πλήρη της συνέπεια. Προσωπικά, δεν μπορώ να μη δω πίσω από την τολμηρή αυτή επιλογή την εντυπωσιακή αναλογία με τους μετασχηματισμούς της μαρτυρίας και την ιδέα του κειμένου. Τα σπαράγματα του παρελθόντος που συσσωρεύονται μπροστά μας μετασχηματισμένα, προβάλλονται στο μέλλον σε συνεχείς ερμηνείες και επανερμηνείες. Ο Λαζαρίδης με τα έργα του καταθέτει με τόλμη τη δική του ερμηνεία, που άλλοι καταλληλότεροι από εμένα θα αναλύσουν σε βάθος, αναδεικνύοντας τη σχέση της με την κοινωνία του παρόντος. Θα ήθελα μόνο να σημειώσω πόσο εντέλει, καλλιτέχνες και ερευνητές, αντλούμε υλικό από το ίδιο πλαίσιο, και το χειριζόμαστε με τρόπους ανάλογους. Αυτό τελικά αποδεικνύει ότι η κοινή πατρίδα όλων μας είναι το παρελθόν, όσο κι αν η περιπλάνησή μας στους δρόμους του παρόντος μας παίρνει μακριά, σε άλλους ορίζοντες.

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Ιανουάριος 2005

 

 


Σημειώσεις

1 “A Klee painting named 'Angelus Novus' shows an angel looking as though he is about to move away from something he is fixedly contemplating. His eyes are staring, his mouth is open, his wings are spread. This is how one pictures the angel of history. His face is turned toward the past. Where we perceive a chain of events, he sees one single catastrophe which keeps piling wreckage upon wreckage and hurls it in front of his feet. The angel would like to stay, awaken the dead, and make whole what has been smashed. But a storm is blowing from Paradise; it has got caught in his wings with such violence that the angel can no longer close them. This storm irresistibly propels him into the future to which his back is turned, while the pile of debris before him grows skyward. This storm is what we call progress.” W. Benjamin, Illuminations. Hannah Arendt, ed. Pimlico, Λονδίνο, 1999 [1955], σ. 249.

2 “We evaluate many arguments not so much by testing universal, general knowledge against data using universal, independent instruments of measurements, but by interpreting general understanding or foreknowledge in relation to our understanding of particular contexts” I. Hodder, «Interpretive Archaeology and its Role», American Antiquity, 1991, σ. 8.

3 “The formal structure of artifact assemblages, with the between element contextual relationships should and do present a systematic and understandable picture of the total extinct cultural system.” L. Binford, An Archaeological Perspective, Seminar Press, Νέα Υόρκη, 1972, σ. 23.

4 G. Childe, Man makes himself, Watts, Λονδίνο, 1936.

5 Βλέπε για παράδειγμα R. Preucel and I. Hodder, Contemporary Archaeology in Theory. Routledge, Λονδίνο, 1996.

6 David Linge, Editors Introduction, H.-G. Gadamer, Philosophical Hermeneutics, University of Californiα Press, Μπέρκλεϋ, 1977, σ. XVI.

7 “Understanding is, essentially, an effective-historical relation.” H.-G. Gadamer, Truth and Method, Sheed and Ward, Λονδίνο, 1975, σ. 267.

8 Για παράδειγμα, K. Flannery, “Archaeology with a capital ‘S’”, στο C. Redman, επιμ. Research and Theory in Current Archaeology, John Willey & Sons, Νέα Υόρκη, 1973, σ. 47-58.

9 “Believing…that man is an animal suspended in webs of significance he himself has spun, I take culture to be those webs, and the analysis of it to be therefore not an experimental science in search of law but an interpretative one in search of meaning” Clifford Geertz, The interpretation of cultures, Basic Books, Νέα Υόρκη, 1973, σ. 5.

10 H.-G. Gadamer, Truth and Method, Sheed and Ward, Λονδίνο, 1975, σ. 280.

11 Jürgen Habermas, “On Hermeneutics’ Claim to Universality” στο Kurt Mueller-Vollmer, επιμ. 1997, The Hermeneutics Reader, Continuum, Νέα Υόρκη, 1970, σ. 294-319.

12 Igor Kopytoff, “The cultural biography of things: commoditization as process”, στο Arjun Appadurai, επιμ., The social life of things, Cambridge University Press, Καίημπριτζ, 1986, σ. 64-91.