Η ανάπτυξη της κάθε πόλης είναι μοναδική, το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση των τίρανων. Εδώ όμως, φαίνεται η ανάπτυξη της να καθορίζεται αποκλειστικά από τα πολιτικά γεγονότα που έλαβαν χώρα από την εποχή της ίδρυσης της ακόμα, αλλά κυρίως τα τελευταία εκατό χρόνια. Μέσα σε ένα τέτοιο μικρό χρονικό διάστημα έχει υποστεί ακραίες πολιτικές, κοινωνικές και συνεπώς αστικές αλλαγές.
Από μια, στην ουσία οθωμανική αποικία, χωρίς ιδιαίτερης σημασίας, πέρασε στο στάδιο του να είναι πρωτεύουσα νεοσύστατου κράτους, το οποίο πολύ σύντομα θα καταλειφθεί ξανά από την Ιταλία αυτή τη φορά. Αν και βρισκόταν υπό την κατοχή τους η πόλη των Τιράνων επωφελήθηκε πολύ από την περίοδο της ιταλικής κυριαρχίας , με τη μεγάλη διαστάσεων λεωφόρο και τα κεντρικά διοικητικά κτήρια τα οποία είναι και στα σημερινά χρόνια τα πιο σημαντικά στοιχειά της μορφής του κέντρου της, επιπλέων η πόλη μεγάλωσε, σε έκταση και σε πληθυσμό και το οδικό της σύστημα διορθώθηκε και επεκτάθηκε. Στην ουσία άρχισε να πλησιάζει τα ευρωπαϊκά πρότυπα πόλης της εποχής, για να μπορεί να ανταποκριθεί στα νέα της καθήκοντα ως πρωτεύουσα. Οπότε εδώ είναι εμφανείς οι κοινωνικοπολιτικοί λόγοι της ανάπτυξης της, εάν αντί για τα Τίρανα είχε επιλεγεί το Durres(Δυρράχιο) για πρωτεύουσα, το οποίο πληρούσε καλύτερες δομικές , οικονομικές και γεωγραφικές συνθήκες, τα τίρανα τότε θα είχαν τελείως διαφορετική ιστορία αστικής ανάπτυξης. Δηλαδή τα πολιτικά συμφέροντα των δυνάμεων που κρατούσαν τον έλεγχο στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου αιώνα όρισαν το ξεκίνημα της ανάπτυξης των Τιράνων.
Οι πολιτικές αλλαγές στα μέσα της δεκαετίας του 1940, αντικατοπτρίζονται ως αποτέλεσμα στη λειτουργική δομή του χώρου της πόλης. Κατά το δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα, τα Τίρανα αναπτύχτηκαν και εμπλουτίστηκαν με το σύνολο των εγκαταστάσεων κοινωνικού, πολιτιστικού, εκπαιδευτικού και αθλητικού χαρακτήρα, απαραίτητα για τη λειτουργία τους ως πρωτεύουσα. Επίσης, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στη δομή των χώρων πρασίνου της πόλης, η οποία κυριαρχείται από το στοιχείο των ιδιωτικών κήπων, και στηριζόταν κάπως στους λιγοστούς δημοσίους κήπους μέσα στην πόλη που είχαν δημιουργηθεί από τους Ιταλούς και στη φυσική βλάστηση των γύρω λόφων. Η νέα δομή πρασίνου υποστηρίχτηκε στον κεντρικό άξονα της πόλης, του οποίου φορέθηκαν μεγάλες εκτάσεις πρασίνου. Οι βιομηχανικές εξελίξεις της μετά-απελευθέρωσης επικεντρώθηκαν κυρίως έξω από την υφιστάμενη περιφερειακή οδό και κατά μήκος των αξόνων εισόδου στην πόλη. Η βιομηχανική ανάπτυξη συνδέεται με αυτόν της κατοικίας για την καλύτερη λειτουργία του. Νέες κατοικημένες περιοχές δημιουργήθηκαν όχι μόνο στην περιοχή των βιομηχανικών περιοχών, αλλά και μέσα στην υπάρχουσα πόλη με στόχο την εντατικοποίηση της κατοίκισης της.
Ο μετασχηματισμός του κοινωνικού συστήματος στις αρχές της δεκαετίας του 90 επέφερε αλλαγές στη δομή της πόλης η οποία από μια μεγάλη οικονομική βιομηχανική δύναμη μετατράπηκε σε κέντρο τοπικής τριτοβάθμιας οικονομίας. Το εμπόριο έγινε η βάση της νέας οικονομίας. Αυτή τη στιγμή συνέβη και η μετατροπή των κατοικημένων περιοχών, σε μικτές περιοχές ή τριτοβάθμιες οικονομικές ζώνες. Η προηγούμενη δομή της πόλης με σαφή διαχωρισμό λειτουργικού χώρου μετατράπηκε συνδυάζοντας κατοικημένες περιοχές, με οικονομικές, ψυχαγωγικές, βιομηχανικές, κ.λπ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αντιμετωπίζεται τεράστια δημογραφική κίνηση από βαθιές περιοχές προς την πρωτεύουσα οι οποίες οδήγησαν στην ανάγκη για στέγαση μεμονωμένου και άτυπου χαρακτήρα στις περισσότερες περιπτώσεις. Κατά την διάρκεια αυτών των χρόνων στα Τίρανα καθώς και σε άλλες πόλεις της Αλβανίας, παρουσιάστηκε ανεξέλεγκτη άτυπη στέγαση η οποία βρίσκεται σε γεωργική γη και προαστιακούς ελεύθερους χώρους χωρίς την υποστήριξη επαρκής μηχανικής και κοινωνικής υποδομής. Η μετακίνηση του πληθυσμού οδήγησε επίσης στην αύξηση της έντασης στην κατασκευή της περιφερειακής οδού της πόλης και την επέκταση των νέων κατασκευών προς την περιφέρεια και προς τις βιομηχανικές ζώνες.
Μετά την πρώτη χαοτική μετά-σοσιαλιστική περίοδο, η οποία εκφράστηκε και ως χωρική αναρχία στα Τίρανα και συνοδεύτηκε από την πιο ραγδαία πληθυσμιακή αύξηση σε σχέση με όλες τις μετά-σοσιαλιστικές πόλεις. Η αστική εξάπλωση κατακερματισμένη έφερε την απομόνωση συγκεκριμένων περιοχών και μια άνιση ανάπτυξη, αλλά αποτελεί επίσης μια πλατφόρμα για την εγκατάσταση μιας ισχυρότερης αστικής συνείδησης, η οποία πρώτη φορά εμφανίστηκε στις προσπάθειες του τότε δημάρχου Έντι Ράμα το 2002-2005 για την διεκδίκηση του δημόσιου χώρου και την αποκατάσταση της χαμένης ταυτότητας της πόλης. Από τις ενέργειες αυτές η πόλη κατάφερε να αλλάξει την όψη της ως κάποιο βαθμό.