Η παρούσα έρευνα αναζητά τη σχέση μεταξύ πολιτικής πρόθεσης και προγραμματισμού με την αρχιτεκτονική σκέψη και παραγωγή. Μέσα από τις ιδιαιτερότητες της επταετίας 1967-1974, φανερώνονται με ξεχωριστό τρόπο οι σχέσεις, το εύρος, και το ύφος με το οποίο η πολιτική μπορεί να χειριστεί χωρικούς προβληματισμούς. Τα πολιτικά προγράμματα σχεδιασμού πολεοδομικής κλίμακας, τα νομοθετικά διατάγματα περί αρχιτεκτονικής και δόμησης, οι ιδιαίτεροι αναπτυξιακοί τομείς, όπως του τουρισμού, που κάνουν χρήση της αρχιτεκτονικής δημιουργίας, το αισθητικό κριτήριο, η άποψη για την τέχνη και το πρόσωπο της πόλης από τα μάτια ενός δικτάτορα, γίνονται το αντικείμενο ανάλυσης και εξαγωγής συμπερασμάτων. Η μελέτη περιπτώσεως, ο «Ναός του Σωτήρος», αφορά το αποκορύφωμα ιδεολογικής συνεργασίας αρχιτεκτονικής και πολιτικής, για την εξεταζόμενη περίοδο. Η μεθοδολογία της ανάλυσης τοποθετεί την επίμαχη επταετία σε στενή εξάρτηση με το παρελθόν και το μέλλον της, ετεροκαθορίζοντας τα χαρακτηριστικά της. Αν πράγματι η πολιτική μιας κυβέρνησης μπορεί άθελά της να επηρεάσει ή σκόπιμα να χρησιμοποιήσει τον σχεδιαστή, τότε και ο αρχιτέκτονας καλείται ενώπιον της πολιτικής του ευθύνης και του κοινωνικού του ρόλου.