Πολλές είναι οι συζητήσεις που γίνονται κατά καιρούς σχετικά µε το ζήτηµα των πόλεων που σχεδιάζονται και κτίζονται εκ του µηδενός. Για τους περισσότερους, καµία νέα πόλη δεν µπορεί να συγκριθεί µε αυτές που έχουν επιβιώσει στο πέρασµα του χρόνου, καθώς η σηµερινή τους µορφή είναι αποτέλεσµα συνεχών προσθηκών και αφαιρέσεων. Για κάποιους άλλους, οι πόλεις που σχεδιάζονται σε λευκό χαρτί έχουν τη γνώση και την εµπειρία των υφιστάµενων και έτσι µπορούν εύκολα να αποφύγουν εξαρχής τα λάθη του παρελθόντος. Σε κάθε περίπτωση, το ζήτηµα των νέων πόλεων αποτέλεσε και αποτελεί τροφή για σκέψη και προβληµατισµό, ειδικά στη σηµερινή εποχή, που τα ζητήµατα της πόλης και του κέντρου της είναι πιο κρίσιµα από ποτέ.
Η συγκεκριµένη ερευνητική εργασία θέτει ως στόχο την ενεργοποίηση αυτής της συζήτησης, µε κέντρο βάρους το παράδειγµα της “Πόλης του Μέλλοντος” του Κωνσταντίνου Δοξιάδη, εξετάζοντας παράλληλα και άλλα αντίστοιχα µοντέλα νέων πόλεων της εποχής του, καθώς και προγενέστερα και µεταγενέστερα. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να φέρει στο προσκήνιο τα ζητήµατα της “Ουτοπίας” και της “Δυστοπίας”, όπως αυτά είχαν ειπωθεί στο παρελθόν, συγκρίνοντάς τα µε τις πιο σύγχρονες απόψεις για τις “Ιδανικές Πόλεις”.
Εστιάζοντας στη ζωή και το έργο του Δοξιάδη, γίνεται µία απόπειρα αναγνώρισης της σηµασίας που είχε η συστηµατική µέθοδός του στο έργο του, αλλά και ο ρόλος των σύγχρονων και προγενέστερων αρχιτεκτονικών ρευµάτων σε αυτό. Ακόµα, γίνεται αναφορά στις αναλύσεις του για τους ανθρώπινους οικισµούς του παρελθόντος, του παρόντος και του µέλλοντος, εστιάζοντας στην επιστήµη της “Οικιστικής”, αλλά και στις προτάσεις του για την εξέλιξη των “Δυναµικών Οικισµών”, µε τελική κατάληξη την παγκόσµια πόλη, την “Οικουµενόπολη”.
Παράλληλα γίνεται αναφορά στην κρίση του κινήµατος του Μοντερνισµού και την ανάδυση της Πολεοδοµίας του 1950, αλλά και στη µετάβαση από τα “CIAM” των Μοντερνιστών στα “Συµπόσια της Δήλου”, που οργάνωνε ο ίδιος ο Δοξιάδης. Επιπλέον, γίνεται ανάλυση σε δύο από τα σηµαντικότερα έργα του, την πόλη του Ισλαµαµπάντ και το πανεπιστήµιο του Παντζάµπ, υπογραµµίζοντας τη σηµερινή πραγµατικότητα αυτών των έργων. Τέλος, αναφέρεται ο ρόλος του στη σύγχρονη πολεοδοµία και επιχειρείται µία σύγκριση µε ιδέες του σήµερα για τις πόλεις του αύριο. Η ερευνητική εργασία κλείνει θέτοντας ορισµένα βασικά ερωτήµατα σχετικά µε το µέλλον το πόλεων, αλλά και το ρόλο του σηµερινού αρχιτέκτονα σε αυτές.