Παρατηρώντας το μαγευτικό αυτό τοπίο της Βραυρώνας, προσπάθησα να χαράξω τις δικές μου «γραμμές» πάνω σε αυτό – σεβόμενη πάντα την πλούσια ιστορία και ομορφιά του.
Στην περιοχή υπάρχει ένα μονοπάτι, διαμορφωμένο βαθμιαία, από την πάροδο των χρόνων. Ακολουθώντας το μονοπάτι αυτό, ξεκίνησα να παρατηρώ τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοπίου. Ένα απέραντο θέαμα μορφών απλωνόταν μπροστά μου.
Ο προσανατολισμός και τήρηση μιας πορείας δεν ήταν πάντα εύκολη. Όπως σε κάθε περιήγηση, αναγκαία ήταν η εύρεση σημείων αναφοράς για την ομαλή περιήγηση.
Η συνεχόμενη προσφορά και απόκρυψη οπτικής πληροφορίας, οι επαναλαμβανόμενες εναλλαγές οπτικής φυγής, η διαρκής σύλληψη συναισθημάτων και οι έντονες διαδοχικές αλλαγές στεριά-θάλασσας με οδήγησαν στο διαχωρισμό της περιοχής σε ενότητες. Σε συνδιασμό με τη μορφολογία κάθε τμήματος της περιοχής, οι θεματικές ενότητες που παρουσιάστηκαν ήταν οι εξής:
• Εγκλωβισμός
• Χαλάρωση
• Διαφυγή
• Ενατένιση
Η βάση για το διαχωρισμό αυτό, πέρα από τη ίδια τη μορφολογία του τοπίου στάθηκε η έντονη ύπαρξη διπόλων. Οι έντονες εναλλαγές στεριάς-θάλασσας, οπτικής και ποικίλων άλλων δραστηριοτήτων.
Τα μονοπάτια της πορείας προήλθαν από τις τροχιές των πλοίων στην περιοχή. Μέσα από μια διαδικασία αφαίρεσης, επισήμανσης, πρόσθεσης, σμίκρυνσης και αλληλοεπικάλυψης, τοποθετήθηκαν οι τροχιές επάνω στο τοπογραφικό, όπου αυτό ήταν αναγκαίο.
Στην πορεία οι σχηματισμοί διαχωρίστηκαν σε δύο ποιότητες, στο υπαρκτό μονοπάτι -στις συνεχείς γραμμές- και στο απροσπέλαστο, λόγω δένδρων, μονοπάτι -διακεκομμένες γραμμές-.
Παιρνώντας στην πραγματική διάσταση, οι χαράξεις αυτές απέκτησαν υλική υπόσταση, με κάθε γραμμή ή σχηματισμό να αντιπροσωπεύει ένα υλικό από τα ακόλουθα: χαλίκι, βότσαλο, κροκάλα, πέτρα, ξύλο, μέταλλο, μπετό.
Προκειμένου η πορεία να αποκτήσει περισσότερο ενδιαφέρον και να προσελκύσει τον επισκέπτη -περιπατητή, τοποθετήθηκαν καθίσματα, σκίαστρα και φωτιστικά, τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα διημέρευσης στο τοπίο.