Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με την κατασκευή δημοτικού σχολείου και νηπιαγωγείου σύμφωνα με τις αρχές της αντιαυταρχικής εκπαίδευσης. Προκειμένου να εξυπηρετήσει όσο γίνεται πληρέστερα τις αρχές αυτές ( ελευθερία, αυτοανάπτυξη, αλληλεπίδραση) αλλά και να αντιμετωπίσει το παιδί σαν ανεξάρτητη προσωπικότητα και σαν μέρος ενός κοινωνικού συστήματος, το σχολείο οργανώνεται ως τμήμα ενός ευρύτερου συστήματος που περιλαμβάνει χρήσεις οι οποίες απευθύνονται στην κοινότητα όπως αθλητικές εγκαταστάσεις, βιβλιοθήκη, αμφιθέατρο, πλατεία. Δίνεται η δυνατότητα, οι χώροι αυτοί να χρησιμοποιηθούν και από τους μαθητές, με ή χωρίς επίβλεψη, ταυτόχρονα με τους πολίτες ή σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
Ιδιαίτερος είναι ο ρόλος της βιβλιοθήκης η οποία στοχεύει στο να αποτελέσει πόλο έλξης για το κοινό αλλά και να λειτουργήσει σαν «συνδετικός κρίκος» μεταξύ σχολείου και κοινωνίας. Ο χώρος της βιβλιοθήκης είναι το σημείο όπου οι δύο αυτές διαφορετικές συνθήκες, οι οποίες εκφράζονται και χωρικά με διαφορετικό τρόπο, συναντώνται και αλληλεπιδρούν.
Οι χώροι που στεγάζουν τις κοινόχρηστες δραστηριότητες , αποτελούνται από απλούς διακριτούς, συμπαγείς όγκους οι οποίοι οργανώνονται γύρω από μια δημόσια πλατεία. Προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση του κοινού στο χώρο της πλατείας και των υπόλοιπων χρήσεων και να δημιουργηθεί μια «εισροή» της πόλης στο συγκρότημα, πεζοδρομείται η οδός Αθ. Λευκαδίτη οι οποία συνορεύει με το οικόπεδο της πρότασης.
Ο χώρος του σχολείου, αντίθετα χαρακτηρίζεται από έναν μεγάλο βαθμό πολυπλοκότητας. Η πολυπλοκότητα αυτή, η οποία ανταποκρίνεται στις αρχές της ελευθερίας κινήσεων και επιλογών, της ιδιωτικότητας, αλλά και της ελεύθερης έκφρασης και οικειοποίησης του χώρου, προκύπτει από την επανάληψη τεσσάρων τύπων αιθουσών με τέτοιο τρόπο ώστε ο υπαίθριος χώρος να οργανώνεται σε μικρές αυλές. Η ίδια λογική της οργάνωσης των χρήσεων γύρω από μια πλατεία λειτούργει, όπως στο δημόσιο, και στο σχολικό χώρο με διαφορετικά όμως μεγέθη λόγω της μικρής ηλικίας των μαθητών. Το μέγεθός τους επιτρέπει την οικειοποίηση και τη χρήση τους χωρίς το φόβο της παρακολούθησης. Το παιδί βρίσκεται αντιμέτωπο με επιλογές κινήσεων και χρήσεων και μαθαίνει να τις αξιοποιεί κατάλληλα.
Με την πρόθεση της οικειοποίησης του χώρου οργανώνεται και το εσωτερικό των αιθουσών, οι οποίες μέσα σε προκαθορισμένες περιοχές λειτουργιών (ατομική/ ομαδική εργασία, υπαίθριο μάθημα) επιτρέπουν πληθώρα οργανώσεων και δραστηριοτήτων. Περιλαμβάνουν επίσης στον σχεδιασμό τους και μεταβατικούς χώρους οι οποίοι δεν είναι κενοί δραστηριοτήτων, επιτρέπουν στους μαθητές να τους καταλάβουν, να εκφραστούν, να προβάλουν τη δουλειά τους αλλά και να ορίσουν την περιοχή της «κυριαρχίας» τους. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται μικροπεριβάλλοντα, που λειτουργούν ως μέσα μεταφοράς της συνείδησης από το εγώ της αίθουσας και της ατομικής εργασίας στο εμείς του υπαίθριου χώρου και της συλλογικής δράσης.
Στόχος όλων των παραπάνω είναι η απομάκρυνση από το αυταρχικό πρότυπο του σημερινού σχολείου, με την αυλή κενή λειτουργιών και το διάδρομο σαν μέσω ελέγχου και όχι επικοινωνίας, και από ότι αυτά συνεπάγονται. Το παιδί ωριμάζει, ανεξαρτητοποιείται και μαθαίνει να πειθαρχεί σε ένα περιβάλλον που σέβεται και συμβάλει στην ανάπτυξή του, του παρέχει ερεθίσματα και δεν αποτελεί φόβητρο αλλά κίνητρο για ποικίλες δραστηριότητες.