«Το μετρό είναι ένας χώρος ανάγνωσης, όπου η φαντασία του αναγνώστη μπορεί να αναπεταρήσει». Marc Augé.
Το Μετρό είναι ένα σιδηροδρομικό σύστημα μαζικής μεταφοράς των μεγαλουπόλεων. Η λέξη είναι ελληνικής προέλευσης (αντιδάνειο: μετρό <γαλλ. métro < métropolitain < ελλ. μητροπολιτικός σιδηρόδρομος) και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, σε σχέση με τον σιδηρόδρομο, το 1900 στο Παρίσι (Μétro de Paris).
Πρόκειται για ένα υπόγειο δίκτυο μεταφοράς, που διαπερνά ολόκληρη την πόλη και συνδέει άμεσα τόπους μέχρι πρότινος ασύνδετους. Ωστόσο, το μετρό αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα μέσο μετακίνησης. Τα κοινωνικά, χωρικά, ανθρωπολογικά φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο υπόγειο αυτό δίκτυο, η κίνηση και η ακινησία του σώματος μέσα στο συρμό, η συνθήκη του χρόνου μετάβασης από την άνω πόλη στη κάτω ή από τον ένα κόμβο στον επόμενο, τα αρχαιολογικά ευρήματα σε πόλεις, όπως η Αθήνα, στο επίπεδο διάνοιξης των σηράγγων, μετατρέπουν τον υπόγειο σιδηρόδρομο, σε μια ιδιαίτερη συνθήκη μετακίνησης.
Το μετρό αποτελεί μια χωρική κατάσταση προορισμένη για συγκεκριμένη χρήση από το ευρύ κοινό της πόλης, αλλά ανοιχτή ως προς τον τρόπο κατανόησης και ορισμού της. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως στοά (arcade)σε σχέση με τη δομή και τη λειτουργία σύνδεσης δύο σημείων μέσα στη πόλη, ως ένα αστικό κατώφλι, ένας ενδιάμεσος χώρος δηλαδή, που δημιουργεί πέρασμα από ένα τόπο σε έναν άλλο, από την επιφάνεια της πόλης στις υπόγειες σήραγγες, ως χώρος συμπύκνωσης κίνησης του πλήθους και έντονης σωματικότητας, ενώ έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, μυθοπλαστικών και κινηματογραφικών έργων.
Στην παρούσα έρευνα επιχειρείται η κατασκευή ενός πολλαπλού τρόπου ανάγνωσης του φαινομένου «μετρό», με τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες ενός προσωπικού, γνωσιολογικού, χάρτη. Ο γνωσιολογικός χάρτης δίνει τη δυνατότητα στο υποκείμενο να ανακατασκευάσει ένα αρθρωμένο, απομνημονεύσιμο σύνολο, το οποίο να μπορεί να χαρτογραφεί ξανά και ξανά, διαγράφοντας τις πιθανές τροχιές της κίνησής του μέσα σε αυτό. Η γνωσιολογική χαρτογράφηση, με την ευρύτερη έννοια, προϋποθέτει τον συνυπολογισμό υπαρξιακών δεδομένων (της εμπειρικής θέσης του υποκειμένου) και ουδέτερων, αφηρημένων εννοησεων γεωγραφικής ολότητας, όπως υποστηρίζει ο F. Jamesonστο βιβλίο του «Το μεταμοντέρνο».
Μέσα από τη μελέτη και ανάλυση ποικίλων ορισμών και φαινομένων του δικτύου, επαναπροσδιορίζεται ο όρος «υπόγειος σιδηρόδρομος» και η σχέση του με την άνω πόλη. Παράλληλα με την ανάλυση των παραπάνω εννοιών, καταγράφονται σκέψεις και προσωπικές εμπειρίες κατά τη διάρκεια του «ταξιδιού» μέσα στο αθηναϊκό μετρό.
Το υλικό (θέματα, φωτογραφίες, διαγράμματα) οργανώνεται σε έναν χάρτη διπλής όψεως. Κατά την ανάγνωση οι δύο πλευρές του χάρτη συνδιαλέγονται μεταξύ τους, όπως ακριβώς η άνω πόλη με το υπόγειο δίκτυο. Η μία όψη αποτελεί διαγραμματική απεικόνιση του πολεοδομικού ιστού της Αθήνας και εδώ οργανώνονται τα θέματα που αφορούν στο μετρό σε σχέση με την πόλη και τη μετάβαση από την επιφάνεια στο υπέδαφος. Στην άλλη όψη απεικονίζεται ο διαγραμματικός χάρτης του αθηναϊκού μετρό και αναφέρονται θέματα που αφορούν στον υπόγειο σιδηρόδρομο (αποβάθρες, συρμός, σήραγγες) και τα φαινόμενα που συναντώνται στους χώρους αυτούς. Κάθε σταθμός του δικτύου αποτυπώνεται με μια κυκλική εγκοπή στην επιφάνεια της κατασκευής, όπως οι είσοδοι των σταθμών του μετρό διατρυπούν τον ιστό της πόλης. Με αυτό τον τρόπο συνδέονται οι δύο όψεις του χάρτη, κυριολεκτικά και συνειρμικά, καθώς τα κείμενα των δύο όψεων πλέκονται οπτικά, ενώ οι εγκοπές των σταθμών αφήνουν το ίχνος τους στην πλευρά της πόλης επηρεάζοντας τον τρόπο ανάγνωσης και ερμηνείας του χάρτη.
Η ανάγνωση των κειμένων γίνεται με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με την αναδίπλωση του χάρτη: α)τον γραμμικό, όπως μπορεί να αναγνωσθεί στο ψηφιακό αρχείο στο cd, β) τον προτεινόμενο τρόπο, όπου η αναδίπλωση του χάρτη δημιουργεί τέσσερα τεύχη, γ) την συνολική ανάγνωση των δύο όψεων που επιτυγχάνεται ξεδιπλώνοντας τον χάρτη, αλλά και δ) τυχαίους τρόπους που επιλέγει ο αναγνώστης μέσα από τις δικές του αναδιπλώσεις. Στον προτεινόμενο τρόπο, το κάθε τεύχος (τέσσερα στο σύνολο - δύο για κάθε όψη του χάρτη) ξεφυλλίζεται και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Γενικότερα, η ανάγνωση του χάρτη γίνεται προς όλους τους άξονες (x, y, z) ακολουθώντας τον τρόπο πλοήγησης του σώματος στους χώρους του μετρό. Κατά τους διαφορετικούς τρόπους αναδίπλωσης του χάρτη μπορεί κανείς να συναντήσει ανάποδες εικόνες, αποσπασματικές πληροφορίες ή συνδυασμό αυτών, έχει τη δυνατότητα να απομονώσει τμήματα των συνολικών διαδρομών, ή να δημιουργήσει μη αναμενόμενες συνδέσεις εικόνων και κειμένων.
Συνεπώς η έρευνα οργανώνεται υπο τη μορφή ενός χάρτη τσέπης- εργαλείο πλοήγησης στους χώρους του υπόγειου σιδηροδρόμου, που διαβάζεται και αναδιαμορφώνεται συνεχώς, με εναλλαγές συμπερασμάτων και ερμηνειών, ανάλογα με τις επιλογές και τη δράση του αναγνώστη - «ταξιδιώτη», κατά την προσωπική του διαδρομή στο δίκτυο του μετρό.
Η εξέλιξη του χάρτη είναι το ίδιο το βιβλίο, το οποίο βιβλιοδετήθηκε σύμφωνα με τα δισέλλιδα που μπορούσε να ακολουθήσει κανείς, κατά την αναγνωση των τεσσάρων βιβλίων (προτεινόμενος τρόπος ανάγνωσης). Έχει τηρηθεί ο διαχωρισμός της άνω και κάτω πλευράς του χάρτη και συνεπώς το βιβλίο διαβάζεται και προς τις δύο κατευθύνσεις. Το βιβλίο συνοδεύεται, επίσης, από μια μακέτα του αρχικού χάρτη, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός ανάγνωσης.