Το «κλασσικό» ως θησαυρός του παρελθόντος, και ως χαμένη ευκαιρία, έχει τις ρίζες του στη μυθολογία και στο παραμύθι. Το μοντέλο της μπαλαρίνας και της αρκετά νεότερης Barbie, συνυφασμένα με την αιώνια νεότητα και την αψεγάδιαστη ομορφιά, διεκδικούν το χαρακτηρισμό «κλασσικό». Η ανοίκεια στάση του σώματος και η παραμόρφωσή του, ως χαρακτηριστικά μιας τέτοιας ομορφιάς, αποτελούν διαχρονικό ζήτημα και διαμορφώνουν την εξιδανικευμένη οδό προς την «ολοκλήρωση». Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και ο σχεδιασμός εν γένει, από το μοντερνισμό και μετά, συνεχίζουν να διαθέτουν στοιχεία αυτής της εξιδανικευμένης οπτικής, μόνο που αυτά σπάνια είναι ορατά με την πρώτη ματιά.
Στη φιλοσοφία του κλασσικού χορού, στόχος του χορευτή αποτελεί η ολοκλήρωση του όντος, με την υπέρβαση κάθε ανθρώπινου χαρακτηριστικού του. Η διαδικασία μεταμόρφωσης του ανθρώπου επιτυγχάνεται με την κατάκτηση των πέντε βασικών θέσεων/ position.
Η κοσμοκεντρική συνείδηση και η σωματογνωσία του ανθρώπου, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά της πρώτης position. Ο πλήρης σωματικός έλεγχος επιτυγχάνεται με το «turnout» και τη θέαση άγνωστων οπτικών των μελών του ανθρώπινου σώματος. Η δημιουργία ενός άφυλου όντος με την εξισορρόπηση αρσενικών και θηλυκών στοιχείων, ενσαρκώνεται μέσα από ετεροχρονισμένα παραδείγματα ενδυματολογικού σχεδιασμού, κοινωνικών επαναστάσεων και παραγωγής παιχνιδιών, χαρακτηρίζοντας την παραμόρφωση της φυσιολογίας του σώματος ως διαπολιτισμικό φαινόμενο ομορφιάς. Η κοσμοκεντρική συνείδηση και ολοκλήρωση του χορευτή ταυτίζεται με αυτήν οικουμενικών ιδανικών ανθρώπινων μοντέλων στην αρχαία Ελλάδα, την αναγέννηση και τον μοντερνισμό.
Η δεύτερη position αποτελεί την θέση στην οποία το ανθρώπινο σώμα για πρώτη φορά βρίσκεται σε κατάσταση επαναπροσδιορισμού του άξονα ισορροπίας του. Σημαντικό ρόλο στην επίτευξη αυτής της νέας ισορροπίας αποτελεί η κατανόηση του σώματος ως μηχανισμού. Στο βιομηχανοποιημένο περιβάλλον του μοντερνισμού,το «modulor» του LeCorbusier, ενσαρκώνει μια μοντέρνα έκφραση του κλασικού χορευτή, ομογενοποιώντας το μοντέλο του ανθρώπινου σώματος. Το σώμα παραμένει εγγεγραμμένο σε έναν ευκλείδειο χώρο, στυλιζαρισμένο, ενώ το σύνολο της κίνησής του παρουσιάζεται ρευστό, πλησιάζοντας περισσότερο οργανικές καμπύλες. Ο χώρος που παράγει ο κλασικός χορευτής μέσα στο μοντέρνο περιβάλλον ενσαρκώνεται με τη χρήση του betton, της διαδικασίας του καλουπώματος αλλά και μέσα από σχέδια της Hadidκαι του Liebeskind.
Η αιρετική χρήση και λειτουργία του ανθρώπινου σώματος αποτελεί το ζητούμενο της στάσης αυτής. Η τρίτη positionσυνδυάζει την αποκάλυψη εσωτερικών μηχανισμών στήριξης με τη γοητεία του σώματος, ως μια κατασκευή που προσπαθεί να διατηρήσει μια οριακή ισορροπία. Η αιρετική χρήση βιομηχανικών υλικών, η αφαιρετικότητα της στατικής κατασκευής και η αίσθηση διαφάνειας, αποτελούν τη μεταφορά αυτού του σώματος στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.
Κατά την τέταρτη position, στόχος είναι η αναζήτηση ένας νέου άξονα ισορροπίας με την ανατροπή του μηχανισμού στήριξης του σώματος. Ο μηχανισμός στήριξης του σώματος γίνεται αντιληπτός μόνο με μια πολλαπλή θέαση του, ενώ ο άξονας ισορροπίας μεταφέρεται ανάμεσα στα δύο άκρα αυτονομώντας τα πλήρως. Η τέχνη της προοπτικής να δημιουργεί διαστρεβλωμένους χώρους, όπου η τρίτη διάσταση αναπαρίσταται ψευδαισθησιακά, αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του σώματος στην positionαυτή και της προβολής και αναπαράστασης των χώρων τόσο στην περίοδο της αναγέννησης όσο και στα σύγχρονα σχεδιαστικά περιβάλλοντα.
Η πέμπτη positionαποτελεί την τελική φάση παραμόρφωσης του σώματος, με ελαχιστοποίηση της βάσης στήριξης, με αιρετική χρήση της φυσιολογίας των αρθρώσεων και τέλος με τη μετατροπή του σε μηχανή δύο διαστάσεων. Ξεπερνώντας την εικόνα αυτού του σώματος ως μια φορμαλιστική πλατφόρμα παραγωγής ομορφιάς, η παραμόρφωση των αναλογιών και η εξαϋλωμένη του φύση πλησιάζουν ένα μοντέλο ανοίκειο και υπερβατικό στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, με παραδείγματα τη σουρεαλιστική αρχιτεκτονική του Gaudi, και τoν αφαιρετικό μεταφυσικό μοντερνισμό της Hadidκαι του Koolhaas.
Η κίνηση του χορευτή απόλυτα ελεγχόμενη, αποτελεί ταυτόχρονα μια εσωτερική διαδικασία μεταμόρφωσης του ανθρώπου αλλά και του κοινού που τη παρακολουθεί. Η σύγχρονη θεωρία του Μπάρτ, όσον αφορά την τέχνη της φωτογραφίας, ενσαρκώνει την ουσία της ματιάς του χορευτή και την αλληλεπίδρασή του με το κοινό. Η εσωτερική αυτή διαδικασία αποτελεί μια σύνθεση της αποσπασματικότητας, του φορμαλιστικού και αφαιρετικού χώρου, που περιγράφεται στη θεωρία του Marey, και μιας συνέχειας, συνυφασμένης με την ταχύτητα και την αιώρηση, στον φουτουρισμό και στη σύγχρονη μη- εδαφική «Τηλέπολη».
Η μεταμόρφωση του ανθρώπου μέσα από τον κλασικό χορό, οδηγεί στη δημιουργία ενός υπεράνθρωπου, ενός ήρωα. Ακροβατεί ανάμεσα σε μια μηχανική και μια υπερβατική πραγματικότητα, ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, το δράμα και την κωμωδία, την εξύψωση και την αμφισβήτηση του. Το παράδειγμα της ταινίας του Rey«LesMystèresduChâteaudeDé» ενσαρκώνει τον εξιδανικευμένο γεωμετρικό χώρο του κλασικού χορευτή στον μοντερνισμό, την αβεβαιότητα ενός υπερβατικού χώρου, που σήμερα έχει μετατραπεί σε μια κατάσταση αμφισβήτησης της φύσης, η οποία με τη σειρά της τελικά παράγει έναν κενό χώρο, με συνεχή δυνατότητα εγγραφής μιας νέας κίνησης, μια παραγωγική διαδικασία, με τον ήρωα να κατακτά την αιώνια νεότητα.