Αντικείμενο της έρευνας αποτελεί η προνομιούχος θέση της όρασης στο πολιτισμικό πλαίσιο του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Επιπλέον τίθεται ο προβληματισμός της ένταξης του συνόλου του σώματος στις χωρικές διαδικασίες με σκοπό την απόδοση νέων τρόπων συσχέτισης του ανθρώπου με το περιβάλλον. Ερευνώνται οι τρόποι κατά τους οποίους η όραση προέκυψε να κατέχει κυρίαρχο ρόλο στην αντίληψη και τα αποτελέσματα που επιφέρει το γεγονός αυτό στη σύγχρονη σκέψη και στην αρχιτεκτονική πρακτική. Μέσω μια σύντομης αναδρομής στις τεχνολογικές εξελίξεις από την Αναγέννηση μέχρι σήμερα, αναζητούνται τα σημεία εκείνα που ώθησαν προς την ηγεμονία της εικόνας και παράλληλα συνέβαλλαν στην εξασθένηση της συμμετοχής των υπόλοιπων αισθήσεων στην χωρική εμπειρία. Η αναπαράσταση, ως κύριο εργαλείο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, πυροδοτεί την αναζήτηση των αποτελεσμάτων της γενικευμένης χρήσης της, στην απόδοση της υλικής υπόστασης των πραγμάτων. Η στατικότητα των αρχιτεκτονικών εικόνων αντιπαραβάλλεται με την κίνηση ως απαραίτητη συνθήκη στην βίωση του χώρου.
Στη συνέχεια περιλαμβάνεται μια σύντομη παρουσίαση των αντιληπτικών συστημάτων με σκοπό να προσδιοριστούν οι συντελεστές παραγωγής της χωρικής αντίληψης, θεωρώντας την αντίληψη μια υποκειμενική κατασκευή υπό διαρκή εξέλιξη. Παράλληλα, ερευνάται ο ρόλος τους στην παραγωγή και βίωση του αρχιτεκτονικού χώρου, καθώς επίσης καθορίζονται οι λόγοι αναβάθμισης της συμμετοχής τους στις διαδικασίες αυτές. Σε επόμενο στάδιο γίνονται αναφορές έργων, καλλιτεχνικών και αρχιτεκτονικών, που εφαρμόζουν σε ένα βαθμό την ζητούμενη εξισορρόπηση της αισθητηριακής εμπλοκής στις χωρικές διαδικασίες. Για τους τρόπους επίτευξης της ανατροπής της αισθητήριας ιεραρχίας, η έρευνα επικεντρώνεται στο πεδίο της εκπαίδευσης όσων ασχολούνται με την παραγωγή χώρου.