Οι τουριστικές εγκαταστάσεις του Ε.Ο.Τ. αποτελούν σημείο αναφοράς στην πορεία της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Χρονικά, το οικοδομικό αυτό πρόγραμμα συμπίπτει με την περίοδο ανασυγκρότησης της χώρας μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και τη λήξη του Εμφυλίου. Περίοδος κατά την οποία σημειώνεται πρόοδος στους τομείς της οικονομίας, της κοινωνικής πρόνοιας και του πολιτισμού. Παράλληλα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο φαινόμενο του τουρισμού ως κερδοφόρου παράγοντα καταλυτικής σημασίας για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Μια επανερμηνεία που οδήγησε στην επανίδρυση του Ε.Ο.Τ. στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ακολουθεί μια συνοπτική αναδρομή στην ιστορική εξέλιξη της φιλοξενίας και τον παράλληλο τυπολογικό μετασχηματισμό ανάλογων χώρων.
Στη συνέχεια γίνεται μια εκτενής αναφορά στο οικοδομικό πρόγραμμα του Ε.Ο.Τ.. Η τυπολογία, η κατασκευαστική λογική, τα υλικά, τα στοιχεία και η επιλογή του οικοπέδου αναλύονται ως σχεδιαστικές αρχές που διέπουν στο σύνολο τους τις τουριστικές εγκαταστάσεις του Ε.Ο.Τ.. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους προϊσταμένους της ομώνυμης τεχνικής υπηρεσίας, στους αρχιτέκτονες Χαράλαμπο Σφαέλλο και Άρη Κωνσταντινίδη, που συνέδεσαν τα ονόματά τους με την αλυσίδα «Ξενία» και επαναπροσδιόρισαν την ελληνικότητα της κατασκευής προσεγγίζοντας τη λαϊκή-παραδοσιακή αρχιτεκτονική μέσα από διαφορετική σκοπιά. Στα πλαίσια της έρευνάς μας παρουσιάζονται οι μονάδες «Ξενία» καθώς και οι υπόλοιπες τουριστικές εγκαταστάσεις της Β. Ελλάδος, τα τουριστικά περίπτερα, τα campingκαι οι λουτρικές εγκαταστάσεις. Αναφορά που επικεντρώνεται σε στοιχεία που διαφοροποιούν τα κτίρια μεταξύ τους και ταυτοχρόνα τους προσδίδουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Ξεχωριστή αναφορά γίνεται στα ξενοδοχεία μεγάλης κλίμακας όπως το «Χίλτον», το «Μοντ Παρνές» και το «Μακεδονία Παλλάς» καθώς και στα ξενοδοχεία πόλης. Μια κατεξοχήν ιδιωτική πρωτοβουλία που αποτελεί τυπολογική παραλλαγή της πολυκατοικίας του Νίκου Βαλσαμάκη.
Από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία των κτιρίων του πεδίου έρευνάς μας είναι η σχέση τους με το τοπίο και η ένταξή τους, η άρθρωσή τους μέσα σε αυτό. Μια σχέση που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ματιά του δημιουργού-αρχιτέκτονα, την αρχική του πρόθεση αλλά και τον τρόπο που ο ίδιος αποτυπώνει φωτογραφικά το τελικό έργο, το κτίσμα. Μια συνθήκη που επανερμηνεύει το δίπολο «τουρισμός- εικόνα».
Τέλος, γίνεται αναφορά στην κατάσταση των μονάδων σήμερα, στη διαχρονικότητά τους, στο ρόλο που διαδραματίζουν στις τοπικές κοινωνίες όπου ανήκουν. Προσδιορίζεται η αξία τους αρχιτεκτονικά και προκύπτουν θέματα όσον αφορά τη διατήρησή τους και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε αυτή να επιτευχθεί.