Η Εγνατία Οδός χαρακτηρίζεται ως ένα από τα πιο δυσχερήέργα οδοποιίας σε παγκόσμια κλίμακα, όχι μόνο λόγω του μεγάλου μήκους της, αλλά κυρίως λόγω της πρόκλησης που αντιμετώπισε επιτυχώς σε μελετητικό και κατασκευαστικό επίπεδο, να υλοποιήσει μία χάραξη που διέρχεται μέσα από ένα δύσκολο τοπογραφικό ανάγλυφο, με γεωλογικά προβλήματα (κατολισθήσεις), μεγάλη σεισμικότητα και στο οποίο έπρεπε να τηρηθούν πιστά οι περιβαλλοντικοί όροι και να προστατευθούν και αναδειχθούν οι πολλοί αρχαιολογικοί τόποι .
Έτσι, κατά μήκος του άξονα της Εγνατίας Οδού υπάρχει μεγάλος αριθμός τεχνικών έργων , συνολικού μήκους 90 περίπου χλμ. που περιλαμβάνει γέφυρες, σήραγγες τεχνικά άνω και κάτω διαβάσεων καθώς επίσης και μικρούςοχετούς.
Το συγκεκριμένο ερευνητικό θέμα ασχολείται με τις μεγάλες γέφυρες της Εγνατίας Οδού . Για την κατασκευή τους εφαρμόστηκαν όλες οι σύγχρονες μέθοδοι κατασκευής, μία από τις οποίες είναι και η μέθοδος της προβολοδόμησης ( συμμετρική τμηματική κατασκευή προβόλων ,ταυτόχρονα ή μη από τα δύο άκρα προς το κέντρο)με μέγιστο μήκος που φθάνει τα 1.100μ., μέγιστο μήκος ανοίγματος που φθάνει τα235μ. και ύψος βάθρων της τάξης των 90μ..
Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή ενός μεγάλου αριθμού γεφυρών της Εγνατίας Οδού και εμφανίζει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων σύγχρονων κατασκευαστικών μεθόδων. Στόχος του ερευνητικού θέματος είναι να διερευνηθεί διεξοδικά η εμπειρία της εφαρμογής αυτής της μεθόδου στην Εγνατία Οδό και να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα γενικότερα για την δόμηση εν προβόλω που αποτελεί πάντα μία πρόκληση όχι μόνο για τις γέφυρες αλλά γενικότερα για όλες τις κατασκευές.