Ο αρχιτέκτονας πολλές φορές νιώθει την ανάγκη να «πει» κάτι μέσα απο το έργο του, να «εκφράσει» τις σκέψεις, τα συναισθήματα ή ακόμα και τους προβληματισμούς του.Άλλες φορές θέλει να «κεντρίσει» ενδιαφέρον, άλλες να κάνει όσο το δυνατόν λιγότερο αισθητή τη παρουσία του, άλλες να «προβλιματίσει» τρίτους.
Οι τελευταίες είναι εκφράσεις που συχνα ακούμε.Είναι αυτό όμως δυνατό; Μπορεί κάποιος να μεταφέρει νοήματα, λογικά ή συναισθηματικά, μέσα από τα αρχιτεκτονήματά του; Αυτό θα ήταν δυνατό μόνο με την χρήση της κάποιας γλώσσας. Κάποιας αρχιτερκτονικής γλώσσας που θα είχε πολλές ομοιότητες με τη γλώσσα που επικοινωνούμε. Έχουν όμως ομοιότητες στην πραγματικότητα ή ειναι τελείως διαφορετικές; Μπορεί η πρώτη να παράξει νοήματα κατα αντιστοιχία με τη δεύτερη; Θα μπορούσε κάποιος να πεί ότι η αρχιτεκτονική γλώσσα υπόκεινται σε «συντακτικους» κανόνες και πως αυτό σχετίζεται με το conceptπίσω από μια σύνθεση;
Με εφαλτήριο όλα τα παραπάνω, η παρούσα έρευνα ασχολήθηκε με την γλώσσα. Όχι μόνο με τη γλώσσα που μιλάμε, αλλά με τη γλώσσα με την οποία μιλάμε ή θέλουμε να μιλήσουμε, μέσα από την αρχιτεκτονική. Ερωτήματα σαν αυτά και άλλα παρόμοια είναι που απαντιούνται τελικά, μέσα απο μία πορεία αναζήτησης και παραλλιλισμών, ενώ παράλληλα προσεγγίζεται και ο όρος concept, ίσως ο πιο πολυχρησιμοποιημένος όρος στα πρώτα βήματα μιάς αρχιτεκτονικής σύνθεσης, εκεί ακριβώς που ο αρχιτέκτονας δεν έχει καταπιαστεί ακόμη με τεχνικά θέματα, αλλά νιώθει την ανάγκη να «μιλήσει».
Ίσως αν αποκρυσταλώσουμε στο μυαλό μας την αρχιτεκτονική σαν μια ακόμη γλώσσα, αν την αντιμετωπίζουμε ως τέτοια, στο τέλος να βοηθηθούμε να εκφραζόμαστε ακόμα πιο βαθιά και πιο άμεσα.