Κάμπος ονομάζεται η πεδιάδα που εκτείνεται κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Χίου, νότια της πόλης. Είναι εντελώς επίπεδη, έχει μήκος περίπου 13χλμ. και πλάτος 3χλμ. και χωρίζεται σε 19 μικρότερες περιοχές. Δυτικά περικλείεται από χαμηλούς λόφους, οι οποίοι καταλήγουν στο οροπέδιο Αίπος που απλώνεται στο κέντρο του νησιού. Νότια ο Κάμπος καταλήγει βαθμιαία στην περιοχή των Μαστιχοχωρίων, ανατολικά είναι η θάλασσα και βόρεια η Πόλη.
Το έδαφος του Κάμπου είναι εξαιρετικά έφορο και το νερό άφθονο. Δεν υπάρχουν ποτάμια που ρέουν όλο τον χρόνο αλλά δύο χείμαρροι, ο Παρθένης και ο Κοκκαλάς, που αποχτούν σημαντική ποσότητα νερού μετά από τις δυνατές βροχές του χειμώνα. Τα πηγάδια αφθονούν στην περιοχή. Από αυτά οι κάτοικοι αρδεύουν τις πορτοκαλιές που καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα του εδάφους.
Τα ιδιωτικά κτήματα στον Κάμπο περικλείονταν από υψηλούς τοίχους και περιελάμβαναν, εκτός από την οικία, το μάγγανο (ένα σύστημα άντλησης νερού από το πηγάδι) και τη στέρνα (μια μεγάλη πέτρινη ή μαρμάρινη δεξαμενή, στην οποία αποθηκεύεται το νερό, πριν αυτό χρησιμοποιηθεί για την άρδευση των πορτοκαλιών).
Οι κάτοικοι του Κάμπου έχτιζαν τα κύρια δωμάτια των κατοικιών τους πάνω από τις κορυφές των δένδρων των περιβολιών τους για να απολαμβάνουν την πλήρη θέα, τον καθαρό αέρα και τον ήλιο. Για το λόγο αυτό στις περισσότερες επαύλεις του Κάμπου, το ισόγειο περιελάμβανε τους στάβλους, τις αποθήκες και γενικά τους βοηθητικού χώρους. Τα δωμάτια των υπηρετών βρισκόταν στο πρώτο όροφο, ενώ όλα τα κύρια δωμάτια στον δεύτερο.
Οι τοίχοι και οι θόλοι των κατοικιών είναι, σχεδόν κατά κανόνα, κτισμένοι από θυμιανούσικη πέτρα, η οποία βρίσκεται στην περιοχή των Θυμιανών σε δύο χρώματα: καφεκόκκινο και απαλό φαιοκίτρινο. Μερικές φορές όμως χρησιμοποιούνται επίσης Πεντελικό μάρμαρο, ροζ και γκρίζο μάρμαρο που εξορύσσεται στη Χίο, καθώς και σκληρός γκρίζος ασβεστόλιθος από τις Ερυθρές της Μ. Ασίας. Τα συστήματα τοιχοποιίας που χρησιμοποιούνται είναι το πλινθοπερίκλειστο, η αργολιθοδομή και η λαξευτή τοιχοποιία. Μερικές φορές, παρατηρούνται φαρδείς αρμοί στους οποίους εντίθενται, κάθετα και οριζόντια, μικρά τετράγωνα ή κυκλικά κομμάτια κόκκινης πέτρας, που ονομάζονται «χαλικάκια». Κάποιες φορές οι τοίχοι είναι επιχρισμένοι.
Στις αποθήκες και τους στάβλους οι τύποι θόλων που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι δύο: ο απλός θόλος («γαδαρόβοτα») και ένας σύνθετος θόλος που σχηματίζεται από τη διασταύρωση δύο ή περισσότερων απλών θόλων («σταυροθόλιο»). Στους πάνω ορόφους χρησιμοποιούνται περισσότερο περίπλοκοι τύποι θόλων, όπως ο «τεκνοκουμπές», η «λιονέττα» και ο «φουρνουκουμπές».
Οι στέγες πάνω από αυτούς τους θόλους είναι επίπεδες. Η επιφάνεια αυτή, συχνά, καλύπτεται µε καφεκόκκινο μπετόν, την «αστρακιά», η οποία κατασκευαζόταν από χτίστες που ονομάζονταν «αστρακάρηδες». Πολλές κατοικίες, αντί για θόλους, έχουν ξύλινες επικλινείς στέγες, στον επάνω όροφο, οι οποίες καλύπτονται µε «ρωμαϊκά» κυρτά κεραμίδια.
Η κεντρική αυλόπορτα της καµπούσικης κατοικίας, κατά κανόνα τοξωτή, είναι στοιχείο επιβλητικό και εντυπωσιακό. Πάνω από την κεντρική πέτρα του τόξου, εντίθεται συχνά µια λαξευμένη πέτρα, η οποία απεικονίζει το οικόσημο της ιδιοκτήτριας οικογένειας. Στην κορυφή της η αυλόπορτα απολήγει συνήθως σε επικλινή μαρκίζα, που κάποιες φορές φέρει διακοσμητικά κυμάτια, ή σε κορνίζα με καμπυλωτά σχήματα.
Περίτεχνα λαξευμένα μοτίβα συναντώνται τόσο στο εσωτερικό της οικίας (υπέρθυρα, ντουλάπια) όσο και στον αυλόγυρο του κτήματος (πεζεστάλια, κιονόκρανα, κρουνοί, γούρνες). Τα ανάγλυφα παριστάνουν μορφές ζώων, μοτίβα φύλλων και λουλουδιών και σε κάποιες περιπτώσεις το οικόσημο της ιδιοκτήτριας οικογένειας . Οι επίπεδες οροφές των αιθουσών φέρουν και αυτές διακοσμητικό επίχρισμα ή ακόμα και γύψινα ανάγλυφα. Μερικές φορές συναντάμε, επίσης, επίπεδες ξύλινες οροφές και ξύλινα φατνώματα.
Οι αυλές και τα μονοπάτια είναι συνήθως στρωµένα µε πέτρινες πλάκες που σχηματίζουν διάφορα μοτίβα. Το πιο κοινό από αυτά είναι τα κόκκινα και κίτρινα (ή κόκκινα και άσπρα) τοποθετημένα διαγωνίως και εναλλασσόμενα στο χρώµα τετράγωνα. Με μεγαλύτερη όμως συχνότητα χρησιμοποιούνται άσπρα και μαύρα χαλικάκια («λιλαδάκια») τα οποία σχηματίζουν µια σύνθεση.
Η ντόπια αρχιτεκτονική του Κάµπου της Χίου δέχθηκε διαδοχικά τις επιδράσεις των δύο επικρατέστερων - κυριάρχων πολιτισμών, του Βυζαντινού και του Γενοβέζικου. Η κεντρική αυλόπορτα, η αυλή µε περίβολο, η στέρνα, η εξωτερική σκάλα, η χρήση της εναλλασσόμενης κόκκινης και κίτρινης δοξαρόπετρας στα τόξα και στις σειρές στους τοίχους, τα σταυροθόλια, οι καµπύλοι θόλοι είναι στοιχεία που εισήχθησαν από την Ιταλία ή επηρεάστηκαν από τη βυζαντινή αρχιτεκτονική παράδοση που υπήρχε στο νησί. Αντίθετα η τουρκική επίδραση στην αρχιτεκτονική του Κάμπου φαίνεται κυρίως στις διακοσμητικές λεπτομέρειες που παρατηρούνται σε πολλά στοιχεία της οικίας και του κτήματος όπως τα ντουλάπια, τα υπέρθυρα, τις ανάγλυφες πλάκες, τη στέρνα, το μάγγανο και τους κρουνούς.
Αρκετά αρχοντικά λειτουργούν σήμερα ως εστιατόρια ή\και ξενώνες (Μαυροκορδάτικο, Αργέντικο, Σουρέδικο) ενώ άλλα αποτελούν ιδιωτικές κατοικίες.
Ο χαρακτηρισμός του Κάμπου της Χίου ως παραδοσιακός οικισμός οδήγησε στη διατήρηση της φυσιογνωμίας της περιοχής και των περισσότερων αρχιτεκτονικών στοιχείων των κτιρίων και των κτημάτων. Σημαντική ελευθερία παρατηρείται βέβαια στην επιλογή των χρωμάτων στην όψη. Οι νέες τεχνολογίες έχουν ενσωματωθεί στην κατασκευή για να εξυπηρετήσουν τις νέες χρήσεις των κτιρίων και τις απαιτήσεις των νέων κανονισμών. Στο εσωτερικό των αρχοντικών η διαφοροποίηση είναι έντονη, αν και αισθητή είναι η προσπάθεια των ιδιοκτητών να διατηρήσουν σε ένα βαθμό την ταυτότητα των κτιρίων.