Η μελέτη ασχολείται με την ανάλυση και την αποκατάσταση μίας οχυρωμένης κατοικίας, το Μετόχι, που βρίσκεται μερικά μέτρα μακριά από το χωριό Μαρουλάς στο Ρέθυμνο. Η ιστορία του κτιρίου φαίνεται να ξεκινάει τα τελευταία χρόνια της Ενετικής κυριαρχίας (17ος αιώνας). Τα κτίρια της περιόδου αυτής δεν έχουν ακόμα εκτιμηθεί όσο θα έπρεπε, με αποτέλεσμα η προστασία τους να είναι σχεδόν ανύπαρκτη (ιδίως στην Κρήτη). Η αρχιτεκτονική του αντιπροσωπεύει την τοπική κοινωνία των προηγούμενων αιώνων, η οποία στηριζόταν οικονομικά αποκλειστικά στην παραγωγή λαδιού, λόγω της καίριας θέσης του οικισμού στις παρυφές του ελαιώνα.
Το Μετόχι χωρίζεται σε δύο επίπεδα. Στο ισόγειο βρίσκονται όλοι οι αποθηκευτική χώροι, οι στάβλοι και το ελαιοτριβείο. Η κατοικία καταλαμβάνει όλο τον όροφο. Η ακριβής χρήση του κάθε χώρου, λόγω τον εκτεταμένων αλλοιώσεων, μας είναι άγνωστη. Μπορούμε βέβαια να διακρίνουμε το χαμάμ και το τούρκικο λουτρό. Για την χρονολόγηση του κτιρίου δεν υπάρχουν αρχειακά δεδομένα και τα συμπεράσματα μας στηρίζονται αποκλειστικά στην επί τόπου παρατήρηση ή στη σύγκριση του κτιρίου με άλλα γνωστά χρονολογημένα παραδείγματα. Το βέβαιο είναι ότι οι οικοδομικές φάσεις του κτιρίου καλύπτουν όλο το διάστημα της Οθωμανικής παρουσίας στο νησί. Το Μετόχι βρίσκεται σήμερα σε γενικά κακή κατάσταση διατήρησης. Αφετηρία της εικόνας εγκατάλειψης είναι το 1924, έτος που το Μετόχι πέρασε σε χέρια προσφύγων από τη Μ. Ασία. Οι νέοι ένοικοι δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια για να προβούν σε μεθοδική συντήρηση. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από το βομβαρδισμό του νότιου τμήματος του κτιρίου κατά τον β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκαλώντας του εκτεταμένες ζημίες. Παρόλα τα δεινά που υπέστη, η στατική επάρκεια των σωζόμενων τμημάτων είναι αξιοπρόσεκτα καλή.
Η νέα χρήση που προτείνεται είναι για το ισόγειο καφέ-εστιατόριο και για τον όροφο ξενώνας, καθώς φάνηκε από την ανάλυση ως η πιο συμβατή και παράλληλα κατάλληλη σε σχέση με τις σημερινές χρήσεις στον οικισμό. Καθώς η αρχική χρήση των χώρων είναι ανεπιβεβαίωτη, η χωροθέτηση των νέων λειτουργιών γίνεται με βάση τα ζητούμενα της νέας χρήσης, ενώ γίνεται προσπάθεια να διατηρηθούν οι χρήσεις στα σημεία που είναι γνωστές. Ο φρουριακός χαρακτήρας του συγκροτήματος δεν μας επιτρέπει έντονες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις. Έτσι επιλέγεται μία ήπια συμπλήρωση των κατεστραμμένων τμημάτων, διαφοροποιημένη ελαφρώς από τα σωζόμενα τμήματα. Στον εξωτερικό χώρο γίνονται οι απαραίτητες διαμορφώσεις ώστε να είναι προσπελάσιμος, ενώ στη οτιανατολική πλευρά διαμορφώνεται ο υπαίθριος χώρος του εστιατορίου.