Ο χώρος ,ο χρόνος και η δράση, συνθέτουν το τοπίο της επανακατοίκησης.
Όμως για να μπορέσουμε να το εξετάσουμε, αρχικά γίνεται μία ανάγνωση της σημερινής πόλης, πόλη που σιγά-σιγά χάνει τη ταυτότητα και χαρακτηριστικά που την προσδιορίζουν ,που τη καθιστούν ιδιαίτερη.
Πόσο τελικά είναι σημαντική η έννοια της μνήμης σε αυτή τη ταυτότητα της πόλης, αν μνημονική χωρητικότητα δεν εμπεριέχουν μόνο κτίρια και τόποι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, αλλά κτίρια που ‘φιλοξένησαν’ δράσεις, ανθρώπους, εποχές και αποτέλεσαν μέρος του ευρύτερου κτισμένου περιβάλλοντος. Κατά τον Aldo Rossi η μνήμη είναι η συνείδηση της πόλης.
Τέτοιοι τόποι αντιμετωπίζονται ως ετεροτοπία, όχι ως ερείπια, όπου περιέχουν μορφές ενέργειας που με τη φαντασία και τη κατάλληλη διαχείριση, μπορούν να ενεργοποιηθούν ξανά και να ενταχθούν στο σύγχρονο ιστό της πόλης.
Αρχικά εξετάζονται το παράδειγμα της Βαρκελώνης, όπου το ιστορικό της κέντρο αναβαθμίζεται και αξιοποιείται με σύγχρονες παρεμβάσεις, ενώ στη Μπολώνια τα κτίρια διατηρούνται ως έχουν και φιλοξενούν τις σύγχρονες λειτουργίες.
Σε μία θεωρητική προσέγγιση εξετάζεται η ‘ανακαίνιση’ του κτιρίου, η ‘απόλυτη μίμηση’ της προγενέστερης φάσης του και στην ακραία περίπτωση η μέθοδος ‘tabula rasa’.
Σε μία αρχιτεκτονική προσέγγιση εξετάζονται κτίρια που επανακατοικούνται, έπειτα από κατάλληλες προσθήκες.
Μέσα από αυτά τα παραδείγματα, εντοπίζονται έννοιες και συναισθήματα, που βρίσκονται μέσα στη πόλη, ενώ ανιχνεύεται επίσης ο βαθμός της νεωτερικότητας τους, δηλαδή της σύγχρονης αντιμετώπισης τους ώστε να διατηρηθούν στο χρόνο και στο χώρο και να σημάνουν ένα νέο κύκλο κατοίκησης.
Όταν μιλούμε λοιπόν για επανάκληση μνήμης, η φαντασία και η νεωτερικότητα οφείλουν να συντροφεύσουν αυτή την ενέργεια. Άλλωστε σε μια φράση του G.Bachelard, κάθε ανάμνηση πρέπει να την ξαναφανταστούμε. Κι αν λοιπόν η ανάκληση αυτή για τον Froyd και το Proust, είναι θεραπεία, για την αρχιτεκτονική είναι δημιουργία, η στιγμή αποκτά διάρκεια, ο χώρος εμπεριέχει τη μυθοπλασία και αφηγείται.