Το θέμα της διάλεξής μου είναι «Η συμβολή του Οθωμανικού Δημοσίου και της μουσουλμανικής κοινότητας της Θεσσαλονίκης στην αρχιτεκτονική της πόλης (19ος – 20ος)». Οργανώνεται σε τρεις ενότητες, την εισαγωγή, τις μουσουλμανικές συνοικίες και τη μουσουλμανική κατοικία, ενώ κάθε μια από αυτές έχει τις δικές της υποενότητες.
Αρχικά παρατίθενται εισαγωγικά στοιχεία για την πόλη. Γίνεται αναφορά στην τοποθεσία της, στην οχύρωσή της και τις πύλες. Στη συνέχεια γίνεται λόγος για τον πληθυσμό της, ο οποίος οργανωνόταν σε τρεις κυρίως κοινότητες, αλλά και τη δημογραφική της εξέλιξη. Παρατίθενται αριθμητικά στοιχεία σε διαφορετικές χρονικές περιόδους για κάθε κοινότητα ξεχωριστά αλλά και το συνολικό πληθυσμό της πόλης. Στο σημείο αυτό γίνεται λόγος και για τις θέσεις στην κοινωνική ιεραρχία που κατείχε η κάθε κοινότητα.
Η επόμενη υποενότητα έχει θέμα την εγκατάσταση της κάθε κοινότητας στο χώρο, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα γενικά χαρακτηριστικά της κάθε μιας ξεχωριστά.
Έπειτα γίνεται λόγος για την κατεδάφιση των παραλιακών τειχών, την επιχωμάτωση της παραλίας και γενικότερα για το πρόγραμμα του νομάρχη Σαμπρή Πασά. Οι τέσσερις υποενότητες που ακολουθούν περιλαμβάνουν στοιχεία για τις κυριότερες αγορές της πόλης, την πυρκαγιά του 1890, που σημάδεψε το τελευταίο στάδιο εκσυγχρονισμού της Θεσσαλονίκης, τους κυριότερους οδικούς άξονες εντός και εκτός των βυζαντινών τειχών και τις επεκτάσεις της πόλης.
Η τελευταία υποενότητα περιλαμβάνει στοιχεία για τα κτίρια που κατασκευάστηκαν και τα έργα που υλοποιήθηκαν στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της οθωμανικής διοίκησης. Συγκεκριμένα, εταιρείες με ευρωπαϊκά κεφάλαια επενδύουν στην πόλη και έτσι αυτή σιγά-σιγά αποκτά δίκτυα υποδομής, όπως τραμ, σιδηροδρομικούς σταθμούς καθώς και ηλεκτροφωτισμό και ύδρευση. Ξεχωριστή αναφορά γίνεται για τα έργα στο λιμάνι της πόλης. Τέλος, παρατίθενται στοιχεία για τα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια που κατασκευάστηκαν στα πλαίσια του οθωμανικού εκσυγχρονισμού.
Η εισαγωγή ολοκληρώνεται με αναφορές στην εικόνα που παρουσιάζει η πόλη στα τέλη του 19ου αιώνα - αρχές 20ου, μέσα από περιγραφές περιηγητών.
Η δεύτερη ενότητα αναφέρεται στις μουσουλμανικές συνοικίες, όπου γίνεται μια σύντομη περιγραφή για την κάθε μια ξεχωριστά. Αναφέρονται τα όριά τους, οι κυριότεροι δρόμοι τους και τα κτίρια ξεχωριστού ενδιαφέροντος.
Η τελευταία ενότητα περιλαμβάνει τις μουσουλμανικές κατοικίες της Άνω Πόλης. Εδώ γίνεται λόγος για τη θέση του κτιρίου στο οικόπεδο, τα υλικά και τον τρόπο κατασκευής του, και στη συνέχεια για τα τυπολογικά χαρακτηριστικά της μουσουλμανικής κατοικίας, καθώς και για την επίπλωση και τον εσωτερικό της διάκοσμο. Γίνεται, ακόμα, λεπτομερής περιγραφή της μορφολογίας των σπιτιών αυτών.
Η έρευνά μου ολοκληρώνεται με την εικόνα που παρουσιάζει η Άνω Πόλη σήμερα, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή μετά το 1922, όταν εγκαθίστανται εδώ πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Στο γεγονός αυτό έρχεται να προστεθεί η έντονη ανοικοδόμηση της περιοχής που παρατηρείται μετά το 1950. Τα τελευταία χρόνια η πολιτεία προκειμένου να διασώσει τον ιστορικό χαρακτήρα της περιοχής κήρυξε συνολικά 328 κτίρια διατηρητέα και επέβαλε όρους δόμησης με αποτέλεσμα να προκύψει πληθώρα νέων τύπων και μορφών, ασυμβίβαστων στην πλειοψηφία τους με τον χαρακτήρα της συνοικίας που παρουσιάζεται σε αυτήν την εργασία.