Η κατανάλωση του φαγητού για το ανθρώπινο είδος ανέκαθεν αποτελούσε μία απαραίτητη και αναπόσπαστη διάσταση της καθημερινότητας. Αφορά μία βασική βιολογική ανάγκη του κάθε ατόμου, με στόχο την επιβίωση. Η κάλυψη, όμως, αυτής της ανάγκης δεν υφίσταται μέσω απλής συνήθειας ή ρουτίνας, αλλά επενδύεται και με ποικίλες συμβολικές διαστάσεις. Για όλους τους πολιτισμούς η κατανάλωση της τροφής δεν ήταν μόνο ένα βιολογικό δεδομένο, αλλά αποτελούσε και ισχυρό μέσο έκφρασης και διατήρησης ιδεολογιών και αντιλήψεων.
Ωστόσο, η επεξεργασία της τροφής, δηλαδή η μαγειρική, έχει ταυτιστεί με το χώρο της κουζίνας, και η κουζίνα, από την άλλη, είθισται να είναι τοποθετημένη σε έναν απομονωμένο και αποστειρωμένο χώρο μέσα στο σπίτι.
Στην παρούσα διπλωματική εργασία γίνεται μία προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της έννοιας της κουζίνας, προσέγγισης της σχέσης μεταξύ μαγειρικής και αρχιτεκτονικής, και συγκεκριμένα ερευνάται το αν η αρχιτεκτονική μπορεί να "διαβαστεί" και να διαμορφωθεί μέσω της μαγειρικής τεχνικής.
Το θέμα εστιάζει σε μικρή κλίμακα, λειτουργεί σε άμεση σχέση με το σώμα και διαμορφώνεται από αυτό. Αφορά ένα συλλογικό γεγονός, μία μαγειρική επιτέλεση, που πραγματώνεται όχι από ένα απομονωμένο άτομο, αλλά από ομάδα.
Έτσι, δημιουργείται ένα αντικείμενο, φορητό, που υπακούει στους όρους της μαγειρικής, και λειτουργεί εκτός των αυστηρών και συγκεκριμένων ορίων του σπιτιού. Κινείται στην πόλη, ενώ χρησιμοποιείται ως ένα είδος αστικού, αλλά ταυτόχρονα και οικιακού παιχνιδιού.
Επιπροσθέτως, εξετάζονται όλα τα στάδια επεξεργασίας και κατανάλωσης της τροφής, ενώ επαναπροσδιορίζεται η διάταξη των τμημάτων της "συνηθισμένης" κουζίνας. Τα κομμάτια του συγκεκριμένου αντικειμένου συνθέτονται, όπως συμβαίνει και στη μαγειρική, από τους ίδιους τους χρήστες. Η εν λόγω φορητή κουζίνα είναι απαλλαγμένη από τις κουραστικές καταναλωτικές πολυτέλειες, καλύπτοντας τις βασικές λειτουργίες και χρήσεις ενός αντίστοιχου χώρου.
Δημιουργείται μία κατασκευή, ένα υπαίθριο σκηνικό με ηθοποιούς τους ίδιους του χρήστες, που συμμετέχουν σε μία ομαδική προετοιμασία φαγητού, αλλά και σε ένα είδος "παράστασης", επιτέλεσης και παιχνιδιού, που καθιστά τη μαγειρική μία κοινωνική και δημόσια τελετουργία.