Η επιφάνεια της ελληνικής γης άλλοτε ανασηκώνεται για να δημιουργήσει ορεινούς όγκους και άλλοτε βυθίζεται σε χαράδρες και απόκρημνες πλαγιές, για να αναδυθεί και πάλι μέσα από το νερό σχηματίζοντας νησιά. Αυτή η αναδίπλωση του εδάφους προσδίδει διαφορετικές ποιότητες στο χώρο και εκκινεί αρχιτεκτονικές δράσεις. Στο συγκεκριμένο ερευνητικό θέμα γίνεται αναφορά στην ανάδυση και τη βύθιση του γήινου φλοιού, σε σχέση με δύο αρχιτεκτονικά έργα. Το σπίτι για διακοπές στην Αίγινα και τα πολεμικά καταφύγια-bunkers. Αποκαλύπτεται η διττή λειτουργία της αρχιτεκτονικής όπου γίνεται ταυτόχρονα «δοχείο ζωής» και μέσο εξυπηρέτησης, μέσα από μορφές που στόχο έχουν να εξαφανιστούν στο τοπίο και εντοπίζονται στο νησί της Αίγινας.
Το κτήριο του Κωνσταντινίδη ανασηκώνεται, βγαίνει άκοπα από τη γη μορφοποιώντας τα υλικά της και ίσταται πάνω στην επιφάνειά της. Τα καταφύγια πληγώνουν την γη αποσπώντας τμήματα του εδάφους για να επιστρέψουν μετά και να τοποθετηθούν στις κοιλότητες που δημιούργησαν, αναπληρώνοντας την οδυνηρή απώλεια που υπέστη η φύση. Πάνω στη γη και υπό τον ουρανό, ο άνθρωπος προσπαθεί να δημιουργήσει κτίσματα που θα υποδεχτούν διαμονές. Άλλοτε την παρουσιάζει ως φορέα ανάδυσης και άλλοτε ως καμουφλάζ. Το ένα κτίσμα δηλώνει την παρουσία στο τοπίο και το άλλο προσπαθεί να την αποσιωπήσει.
Οι παραπάνω παρατηρήσεις για τη σχέση του τοπίου με το αρχιτεκτονικό έργο και κατ’ επέκταση του ανθρώπου με τη φύση, βασίζονται κυρίως στις σκέψεις που διατύπωσε ο Μάρτιν Χάιντεγγερ για τις έννοιες της γης, της φύσης, του Είναι και του Φαίνεσθαι.