Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η εξέλιξη της βορειοελλαδικής πόλης του 19ου αιώνα. Στόχος μας είναι η ανάλυση των παραδοσιακών κέντρων και ο εντοπισμός των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που τα διαμόρφωσαν. Για το λόγο αυτό επιλέγουμε δύο συγκεκριμένα παραδείγματα βορειοελλαδικών πόλεων, τη Βέροια και τα Ιωάννινα, θεωρώντας ότι αυτά καλύπτουν τις προϋποθέσεις που θέτουμε για τη μελέτη μας.
Οι δύο αυτές πόλεις αποτελούσαν σημαντικά αστικά κέντρα κατά την εποχή που εξετάζουμε και παρουσίαζαν έναν ιδιαίτερα έντονο πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Κρίναμε επίσης ότι η εθνική-θρησκευτική σύσταση του πληθυσμού των δύο αυτών πόλεων αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα για τον βορειοελλαδικό χώρο. Η συνύπαρξη μουσουλμάνων, χριστιανών και εβραίων θεωρήθηκε ως καθοριστικός παράγοντας στη διαμόρφωση του παραδοσιακού πυρήνα. Οργανωμένοι σε κοινότητες ανάλογα με τις θρησκευτικές τους αντιλήψεις και τις πολιτισμικές τους καταβολές, διαμόρφωσαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χώρου εγκατάστασής τους. Παρουσιάζοντας την ιδιαίτερη ταυτότητα της κάθε κοινότητας, παράλληλα με την ιστορική εξέλιξη της πόλης, επιχειρούμε να διατυπώσουμε ορισμένα συμπεράσματα για τη μορφή των αντίστοιχων οικιστικών συνόλων.
Απαραίτητη θεωρούμε την αναφορά στη νομοθεσία των μεταρρυθμίσεων, στα μέσα του 19ου αιώνα, ως απαραίτητο εργαλείο του εκσυγχρονισμού στο χώρο της πόλης. Οι νέες διατάξεις και τα προνόμια που δόθηκαν στους υπηκόους της Αυτοκρατορίας έδωσαν νέα ώθηση στην προσπάθεια για την εξυγίανση και τον μετασχηματισμό του αστικού χώρου.
Συγκρίνοντας τα παραδείγματα της Βέροιας και των Ιωαννίνων, θα διαπιστώσουμε ότι διαμορφώνονται δύο οικιστικοί τύποι, οι οποίοι προκύπτουν λόγω της διαφορετικής για την κάθε πόλη, πορείας μέσα στο χρόνο. Έτσι στην πρώτη περίπτωση παρουσιάζεται μια εσωστρεφής και αμυντική οργάνωση χώρου, ενώ στην δεύτερη μια εξωστρεφής πόλη με έντονο εμπορικό χαρακτήρα. Μέσα από την παρουσίαση των δύο αυτών οικιστικών τύπων, αλλά και την ανάλυση των λόγων που τους δημιούργησαν θα καταλήξουμε στη σημερινή πόλη, η οποία παρ' όλες τις αλλαγές που ακολούθησαν συνεχίζει να διατηρεί εν μέρει τον πολυπολτισμικό χαρακτήρα της περιόδου των μεταρρυθμίσεων.