Οι ορεινοί οικισμοί του Δήμου Ιστιαίας, ενταγμένοι σε ένα εντυπωσιακό περιβάλλον, συνιστούν σύνολο με κοινή ιστορία και κοινή λαϊκή έκφραση στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Αν και αρκετά αλλοιωμένοι από νέες κατασκευές ή από μεταγενέστερες επεμβάσεις στα παραδοσιακά κτίρια, διατηρούν ακόμα σημαντικό απόθεμα από τα τελευταία που επιτρέπει τη μελέτη τους. Τα περισσότερα κτίσματα τοποθετούνται στο χρονικό διάστημα 1810 – 1920. Αντικείμενο της διάλεξης αποτελεί η μελέτη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των οικισμών αυτών, η οποία δεν έχει μελετηθεί μέχρι σήμερα, με στόχο την αποτίμηση της αξίας της και τον εντοπισμό των άξιων προστασίας και ανάδειξης στοιχείων.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη μεθοδολογία μελέτης και καταγραφής. Η επιτόπια έρευνα έγινε σε δύο στάδια, το πιλοτικό για το σαφέστερο προσδιορισμό του αντικειμένου μελέτης και το κυρίως στάδιο, που περιελάμβανε τη συστηματική φωτογράφηση και καταγραφή των σημαντικότερων κτισμάτων από κάθε οικισμό σε καρτέλες που σχεδιάστηκαν ειδικά για το σκοπό αυτό. Συμπληρωματικά, συγκεντρώθηκαν στοιχεία για την πολεοδομική οργάνωση των οικισμών, την ιστορία τους, καθώς και για την ιστορία της ευρύτερης περιοχής, και πληροφορίες για τους κατοίκους (πληθυσμιακή εξέλιξη, παιδεία, απασχόληση) που διευκόλυναν στην κατανόηση και την ερμηνευτική προσέγγιση της τοπικής αρχιτεκτονικής. Παράλληλα, εντοπίστηκαν οι αλλοιώσεις που υπέστησαν τα κτίσματα προκειμένου να προσαρμοσθούν στις σύγχρονες ανάγκες.
Από τη μελέτη προέκυψε ότι η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των ορεινών οικισμών της Ιστιαίας έχει καθαρά λαϊκό χαρακτήρα, χωρίς επώνυμα δημόσια κτίρια και χωρίς ιδιαίτερα διακοσμητικά ή κατασκευαστικά στοιχεία. Παρόλα αυτά, η αρχιτεκτονική αυτή με τους απέριττους όγκους, την ομοιομορφία των ανοιγμάτων και το μηδαμινό διάκοσμο είναι απόλυτα εναρμονισμένη με το φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη κλίμακα, στοιχεία που της προσδίδουν γοητεία και ιδιαίτερη αξία. Παράλληλα, εκφράζει την ιστορία και την καθημερινή ζωή των ανθρώπων που έζησαν δεκάδες χρόνια εκεί και που οι ίδιοι με προσωπικό κόπο και τοπικά υλικά δημιούργησαν, χωρίς ιδιαίτερες επιρροές, στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις κλειστές κοινωνίες.