Ξεκινώντας τη διπλωματική μου εργασία, η επιλογή του οικοπέδου έγινε μετά από μία περιπλάνηση στην ευρύτερη περιοχή όπου εντοπίζεται η περιοχή μελέτης του ερευνητικού μου θέματος, η Μακρινίτσα. Ο βράχος με την δραματική του όψη αποτελεί ένα σημαντικό γνώρισμα της περιοχής ενώ είναι εμφανής από όλα τα γειτονικά χωριά του Πηλίου. Στη συνέχεια, έγινε αναγνώριση της περιοχής ώστε να βρεθούν οι πιο κατάλληλες λύσεις προκειμένου η νέα επέμβαση να ενταχθεί μορφολογικά, εννοιολογικά και κατασκευαστικά στο υπάρχον φυσικό και κτιστό περιβάλλον. Τα γενικά, βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής παράδοσης της Μακρινίτσας, το τοπίο που σε προδιαθέτει για εγκαταστάσεις εναλλακτικού τουρισμού, με το Ρέμα, τις υπάρχουσες πεζοπορικές διαδρομές, το υπάρχον αναρριχητικό πεδίο, οι λιτές κατασκευές(μαντριά) που βρίσκονται διάσπαρτες καθώς και ο ίδιος ο βράχος(ένα μέρος του οποίου ενδείκνυται για αναρρίχηση), ο οποίος παραπέμπει και στις διάφορες μοναστηριακές εγκαταστάσεις τοποθετημένες σε ανάλογο απότομο έδαφος είναι ορισμένα από τα στοιχεία που επηρέασαν άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο την πορεία και το τελικό αποτέλεσμα του συγκεκριμένου project.
Το βασικό κτιριολογικό πρόγραμμα μοιράζεται σε τέσσερις βασικές λειτουργίες, συνεδριακό και αθλητικό κέντρο, χώρος εστιατορίου και καταλύματα. Ο βασικός χώρος τις καθεμιάς από αυτές τις λειτουργίες είναι διακριτές τόσο μέσα από τη διαφορετικότητα των υλικών σε σχέση με το υπόλοιπο κτίριο όσο και μορφολογικά με τους όγκους τους να ξεχωρίζουν εξωτερικά. Όλες οι λειτουργίες εκτός των καταλυμάτων έχουν τοποθετηθεί στη ράχη του βράχου ενώ τα καταλύματα είναι τοποθετημένα σε έναν μεταλλικό σκελετό αγκυρωμένο σε μία από τις αγκαλιές που δημιουργεί η όψη του ίδιου του βράχου. Τα δύο αυτά βασικά μέρη των εγκαταστάσεων έχουν ως συνδετικό κρίκο μία πλατεία λειτουργώντας ως σημείο αναφοράς. Οι μεταλλικές κατασκευές, προβάλλοντας την αίσθηση του εφήμερου, οι όγκοι που δίνουν την εντύπωση ότι στα σημεία αυτά ο βράχος ξεφλουδίζεται στη ράχη του αποτελώντας συνέχειά του, το συγκρότημα των καταλυμάτων που φαντάζει απλά να ακουμπά τον βράχο καθώς αναρριχάται πάνω σε αυτόν, το παιχνίδι των προβόλων και των εναλλαγών υπαίθριων, ημιυπαίθριων και κλειστών χώρων, είναι μερικά από τα επιμέρους χαρακτηριστικά, σαν αποτέλεσμα της μελέτης των προηγούμενων στοιχείων που αναφέρθησαν.
Τέλος, ένα βασικό ζήτημα που με απασχόλησε από την αρχή σχετικά με την ταυτότητα της νέας επέμβασης είναι η στάση που θα έπρεπε να κρατηθεί απέναντι στο βάρος της αρχιτεκτονικής παράδοσης που φέρουν οι παραδοσιακοί οικισμοί του Πηλίου και πιο συγκεκριμένα η Μακρινίτσα. Όπως έχει ήδη αναφερθεί μερικά γενικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα έχουν μεταφερθεί μετουσιωμένα σημερινή αρχιτεκτονική σε μία άλλη δηλαδή παράδοση του σήμερα. Αυτή θεωρήθηκε ως η καλύτερη λύση καθώς η Μακρινίτσα υπάρχει και στέκεται εκεί αποτελώντας έναν πόλο έλξης για αυτό που φέρει και για αυτό που ο καθένας θέλει να γνωρίσει. Η νέα επέμβαση επομένως έπρεπε να δημιουργεί ένα διαφορετικό γεγονός και μέσα από αυτή τη διαφορετικότητα να αναδειχθεί περισσότερο τόσο και η ίδια όσο και η παραδοσιακή Μακρινίτσα.