Εδώ και χιλιάδες χρόνια, δημόσιος χώρος και κτισμένο συνυπάρχουν και διαμορφώνουν μια ενιαία ολότητα. Η καθημερινή κίνηση του ανθρώπου, μέσα στην πόλη είναι άμεσα συνδεδεμένη με εναλλαγές και διαδοχές φυσικών εμπειριών και τοπίων που συνιστούν το αστικό περιβάλλον. Οι εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής, που ικανοποιούσαν την ανάγκη για συλλογικότητα και συναναστροφή, «στεγάστηκαν» στον δημόσιο χώρο των πλατειών-πάρκων. Η πλατεία μετατράπηκε ,πέρα από ένα σημείο χωρικού δικτύου, σε ένα βασικό στοιχείο του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού δικτύου του αστικού περιβάλλοντος.
Παράλληλα ο σιδηρόδρομος από τον 19ο αιώνα ,σε κοινή εξέλιξη με την έξαρση της βιομηχανίας, κατέληξε να είναι το δημοφιλέστερο δημόσιο μέσο μεταφοράς, καθιστώντας τους σιδηροδρομικούς σταθμούς να φέρουν το ρόλο της «αστικής πύλης», τόπων συνάθροισης, συναισθηματικής φόρτισης, ενώ σε πολλές περιπτώσεις να ενσωματώνει το ναρκισσισμό της πόλης για προβολή. Συγκροτεί έναν από τους πλέον σημαντικούς αστικούς χώρους κοινοτικής δραστηριότητας που συνήθως πλαισιώνεται από πολυχρηστικούς δημόσιους χώρους. Η εξέλιξη του σιδηρόδρομου και αντίστοιχα των δομημένων χώρων του φαίνεται να έχει μείνει στάσιμη στην Ελλάδα καθώς το δίκτυο των ελληνικών σιδηροδρόμων χρίζει εκσυγχρόνισης. Yπάρχει ανάγκη για στέγαση περισσότερων λειτουργιών σε σχέση με τους παλαιότερους σταθμούς
Η σημερινή κοινωνία γίνεται όλο και περισσότερο αντιληπτή ως μετακίνηση, ως μετάδοση διαρκώς εναλλασσόμενης πληροφορίας και μεταφράζεται σε μια διαρκή κίνηση. Έννοιες της ρευστότητας, του δυναμικού χαρακτήρα εισάγονται στην αρχιτεκτονική.
Η μελέτη που παρουσιάζεται προτείνει ρέουσες μορφές. Εμπνευστές των μορφών της πρότασης είναι τα υπάρχοντα μορφολογικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου χώρου αλλά και η προσπάθεια εγγραφής της κινητικότητας του μέσου και των εννοιών που το ακολουθούν. Σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό όλα κινούνται. Οι επιβάτες, οι εργαζόμενοι, τα εμπορεύματα, το ίδιο το τρένο... Κύριος εκφραστής αυτής της ενσωμάτωσης καθίστανται ο κύκλος, η καμπύλη, η έλλειψη. Σχήματα που επιχειρούν να αναπαραστήσουν και να περιγράψουν κίνηση. Το δευτερεύον σύστημα σχεδιασμού αφορά κάθετες χαράξεις-διαδρομές τις οποίες υποβάλλει ένας περιοδικός ρυθμός στο σχεδιασμό της κάτοψης που βασίζεται στις φυγές που ορίζει ο πολεοδομικός ιστός.
Εξετάζοντας το ρόλο που παίζει ένας σιδηροδρομικός σταθμός για μια πόλη, διαπιστώνουμε την ανάγκη να αποτελεί ένα μητροπολιτικό κέντρο που να μπορεί να παραλαμβάνει και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στον αριθμό των επιβατών, όπως αυτά μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου. Όμως ένας σταθμός, με την έννοια της αστικής πύλης δεν μπορεί παρά να πλαισιώνεται από ποικίλες λειτουργίες άλλα και από δημόσιο σημαίνοντα κοινόχρηστο χώρο. Προτείνεται , λοιπόν, ένα δίκτυο από πορείες, προσβάσεις και συλλογικούς χώρους-κόμβους. Ένα δίκτυο που καλείται να οργανώσει εύκολες και γρήγορες μεταβάσεις, συνδέσεις και οπτικές φυγές προς και από τον περιβάλλων αστικό ιστό, καθώς και η δημιουργία πολυλειτουργικών κέντρων, σημείων αναφοράς και κοινωνικής συνάθροισης.
Η μελέτη εντοπίζεται στην πόλη της Πάτρας, κομβικό σημείο της χώρας για το εμπόριο και την επικοινωνία με την Ιταλία και την Ευρωπαϊκή Δύση. Είναι ένα αστικό κέντρο υπερτοπικής κλίμακας . Πραγματεύεται την ενεργοποίηση μιας εγκαταλελειμμένης περιοχής της Πάτρας, το παλιό μηχανοστάσιο του ΟΣΕ που σήμερα αποτελεί ένα φράγμα-όριο στη σύνδεση της παραλιακής ζώνης με την πόλη, μια περιοχή κομβική και εισαγωγική για την πόλη. Η περιοχή του Αγ.Διονυσίου υπήρξε αφετηρία για τις διαδρομές του πρώτου ηλεκτροκίνητου τραμ στην Ελλάδα. Τα υπολείμματα των γραμμών όπως και άχρηστα βαγόνια υπάρχουν σήμερα στην περιοχή μελέτης. Στα σχέδια εκσυγχρονισμού του ΟΣΕ προβλέπεται για την περιοχή μελέτης υπόγεια χάραξη η οποία θα διέρχεται κάτω από τη σημερινή όδευση της υφιστάμενης σιδηροδρομικής γραμμής και δημιουργία σύγχρονου επιβατηγού σταθμού.
Η πρόταση ανάπλασης της συγκεκριμένης μελέτης με αφετηρία τη διακήρυξη του οσε για υπογειοποίηση της γραμμής, τοποθετεί την κίνηση του τρένου υπόγεια, την είσοδο του σιδηροδρομικού σταθμού αντιδιαμετρικά από το σταθμό υποδοχής του λιμένα μέσα στο έδαφος έχοντας μία όψη στον αστικό χώρο, προσφέροντας άμεση πρόσβαση από την κεντρική αρτηρία της Σε συνέχεια των χαράξεων του σταθμού ανεβαίνοντας επίπεδο συναντάται ένα εστιατόριο και ένας υπαίθριος χώρος ,ορισμένος από παράπλευρα τοιχεία, ο οποίος προτείνεται να φιλοξενεί χρήσεις ελευθέρου εμπορίου και μεταλλικά περίπτερα για την προσωρινή στέγαση των εμπόρων. Κάθετα σε αυτά προτείνεται η δημιουργία μονάδας διανυκτέρευσης. Όλα αυτά τα κτίρια καλύπτονται επιδερμικά με ένα σύστημα οριζόντιων περσίδων. Επίσης προβλέπεται ένα ανοιχτό μέτωπο-πλατεία με γυάλινα καθίσματα με «σχισμές» στο έδαφος προσφέροντας άπλετο φυσικό φως στο σταθμό.
Από την άλλη πλευρά του χώρου υπάρχει ένα δενδροφυτεμένο επίπεδο ως σημείο στάσης, ένα αναψυκτήριο σε οριζόντιο άξονα με το ναό του Αγ.Διονυσίου και ένα επίπεδο στο οποίο εκτίθενται δυο ατμάμαξες. Επιπροσθέτως προτείνεται η δημιουργία ενός αμφιθεάτρου και μιας στοάς η οποία στεγάζεται από μια περιοχή τεχνητού στρώματος νερού. Προτείνεται η επανάχρηση παλαιών βαγονιών φιλοξενώντας εμπορική χρήση καθώς και η δημιουργία μιας γέφυρας υπό μορφή ράμπας ελλειψοειδούς κάτοψης συνδέοντας την περιοχή μελέτης με το χώρο του λιμένα. Τέλος προβλέπεται η δημιουργία πολλών χώρων πρασίνου οργανωμένων σε παρτέρια.
Σκοπός είναι η αναβάθμιση της ποιότητας της αστικής ζωής, η εξασφάλιση διακεκριμένων αξόνων κυκλοφορίας και η διασπορά τους μέσα στο χώρο της περιοχής, η κινητική αλλά και οπτική προσπελασιμότητα στα σημεία εισόδου και εξόδου με εργαλείο έναν ανθρωποκεντρικό σχεδιασμό με μορφές που ενσωματώνουν το σύγχρονο τρόπο ζωής. Μορφές που μεταφράζουν σε εικόνα την κίνηση, την μεταφορά, τη μετάβαση. Στοχεύει επίσης τη δημιουργία διαφορετικών σκηνικών, του στοιχείου της περιπλάνησης και να εκφράσει την πρόθεση δημιουργίας μιας πόλης που αναφέρεται στους κατοίκους της.