Η παρούσα ερευνητική εργασία επιχειρεί να κατανοήσει τις πολλαπλές πτυχές του μηχανισμού της αντιπαροχής, από τις μεσοπολεμικές ρίζες της μέχρι την ακραία εκδοχή της εφαρμογής της στην ανοικοδόμηση της Αθήνας:
τα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου βρήκαν την Αθήνα κατακερματισμένη σε μικρά οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία με την σειρά τους ήταν επιπλέον διαιρεμένα σε ακόμη μικρότερα οικόπεδα, με την πλειοψηφία της αστικής γης να ανήκει σε ιδιώτες. Την ίδια περίοδο, μεγάλα κύματα εσωτερικής μετανάστευσης εγκατέλειπαν την επαρχία για μία καλύτερη ζωή στην πόλη. Έτσι, η έντονη αστυφιλία δημιούργησε προβλήματα στέγασης του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού. Το κράτος επέλεξε να μην εμπλακεί άμεσα με το ζήτημα της στέγασης, με το βάρος της ανοικοδόμησης να επικεντρώνεται στον ιδιωτικό τομέα. Στην περιφέρεια της πόλης, οι ανάγκες για κατοίκηση εξυπηρετήθηκαν αρχικά μέσω της Αυτοστέγασης, ενώ στην περιοχή του κέντρου μέσω της εφαρμογής του μηχανισμού της αντιπαροχής. Επιλύσεις που επινοήθηκαν μεν μεσοπολεμικά, αξιοποιήθηκαν δε μεταπολεμικά. Το φαινόμενο της επιτακτικής ζήτησης κατοικίας σε συνδυασμό με το μικροϊδιοκτησιακή πραγματικότητα, την έλλειψη παροχής στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες και την ευρύτερη στενότητα κεφαλαίου για την ανοικοδόμηση, τους οικοδομικούς κανονισμούς, το καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας (από το ’29) και την συνειδητή κρατική αδράνεια, δημιούργησαν ένα πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των μεθόδων ανοικοδόμησης της Αθήνας που μέχρι τότε δεν είχαν αξιοποιηθεί επαρκώς. Τέθηκαν έτσι οι βάσεις για την εκτεταμένη εφαρμογή του μηχανισμού της αντιπαροχής, καθώς αποτέλεσαν το σημείο τομής για τις διαπραγματεύσεις και τις συμφωνίες ανάμεσα στους «εμποροσπιτάδες» εργολάβους και τους οικογενειάρχες ιδιοκτήτες αστικής γης. Η ταχύτητα με την οποία η ανοικοδόμηση άλλαξε το πολεοτοπίο, δημιούργησε στους εργολάβους μια επιτακτική ανάγκη εύρεσης λύσεων βασισμένες σε έτοιμες κατασκευαστικές «συνταγές». Το κτηριακό απόθεμα μίας άλλης εποχής μετατράπηκε σε πολυκατοικίες μέσα σε μερικές δεκαετίες. Οικοπεδούχοι, κεφαλαιούχοι-εργολάβοι, οικοδόμοι, ο καθένας εξυπηρετούσε τον δικό του σκοπό μέσα στο σύμπλεγμα της οικοδόμησης πολυκατοικιών. Τα προηγούμενα κοινωνικά πρότυπα επαναπροσδιορίστηκαν υπό τις επιρροές ενός διεθνούς μοντερνισμού, δημιουργώντας ένα νέο είδος αστικής καθημερινότητας ως φυσικό επακόλουθο. Στο πλαίσιο της αστικής ανανέωσης, το πέρασμα από τη μονοκατοικία στο διαμέρισμα συνδέθηκε με τον εκσυγχρονισμό και έτσι η αντιπαροχή αναδύεται ως ο «αθέατος» πρωταγωνιστής της μεταβαλλόμενης πόλης.