Αντικείμενο διερεύνησης της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη της σημασίας του ενδιάμεσου χώρου, ως τόπου ικανού να διαχειριστεί τις μεταβάσεις και τις σχέσεις μεταξύ των χώρων. Η έρευνα εξετάζει διάφορες προσπάθειες ορισμού της έννοιας του «ενδιάμεσου» στις ανθρωπιστικές επιστήμες, όπως ερμηνεύεται από διάφορους θεωρητικούς επιστήμονες. Μέσα από τις προσεγγίσεις, προκύπτουν διαφορετικές εκδοχές και χαρακτηριστικά του ενδιάμεσου χώρου που ενώνονται με τους υπόλοιπους χώρους.
Στην συνέχεια, αναφέρεται, μέσα από βιβλιογραφική έρευνα, η ομάδα που εισήγαγε την έννοια στην αρχιτεκτονική θεωρία και μέσα από το χαρακτηριστικό παράδειγμα του Δημοτικού Ορφανοτροφείου στο Άμστερνταμ που σχεδίασε ο AldovanEyck, επεξηγούνται οι σχεδιαστικές αρχές της εφαρμογής της ιδέας του ενδιάμεσου χώρου.
Στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται μια εμβάθυνση στην έννοια κάνοντας μια επιτόπια διερεύνηση σε διάφορα σημεία της πόλης του Βόλου, και συγκεκριμένα στην Νέα Ιωνία, έτσι ώστε να κατηγοριοποιηθούν τα παραδείγματα με βάση τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό αλλά και το βίωμα των χώρων από την μεριά του χρήστη. Ερμηνεύεται πως οι πρακτικές κατοίκησης που εφαρμόζουν οι κάτοικοι, προκειμένου να οικειοποιηθούν τον χώρο, δίνουν ταυτότητα στα αστικά κενά και στους δημόσιους χώρους.
Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά στην πανδημία που τον τελευταίο καιρό έχει αλλάξει τα δεδομένα σχεδιασμού, τον covid-19. Ο εγκλεισμός των ανθρώπων για μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στο σπίτι επαναπροσδιόρισε τις αρχές του σχεδιασμού τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο χώρο. Οι ενδιάμεσοι χώροι, που πολλές φορές δεν αξιοποιούνταν καθόλου απέκτησαν ταυτότητα και χρήση. Η καθημερινότητα των ανθρώπων άλλαξε και ήταν αναμενόμενο αυτή η αλλαγή να ανατρέψει και την αρχιτεκτονική θεωρία και πρακτική.