Με εναρκτήρια αφορμή την παρατήρηση του αστικού ιστού στην πόλη της Κατερίνης, έτσι όπως αυτός έχει σχηματιστεί λόγω της δυναμικής και άναρχης ανάπτυξης της, η παρούσα διπλωματική εστιάζει σε όλους εκείνους τους χώρους που μοιάζουν με υπολείμματα του σχεδιασμού και προτείνει την αντιμετώπιση τους ως ευκαιρίες με πολλές σχεδιαστικές προοπτικές. Λαμβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα αξία του ανεκμετάλλευτου χώρου στην πόλη, τον υπολειπόμενο χώρο, εξετάστηκαν και εν τέλη σχεδιάστηκαν εναλλακτικοί τύποι αξιοποίησης του. Μέσα από την αναζήτηση της ταυτότητας των χώρων που ανακαλύφθηκαν και της γοητείας που προσφέρει η θέα της πόλης από ψηλά, γεννήθηκε η ανάγκη για τη δημιουργία χώρων, οι οποίοι θα μετέτρεπαν τον δρόμο σε είσοδο για την άνοδο στη στάθμη του ονειρικού.
Η διαδικασία εκπόνησης της παρούσας διπλωματικής οργανώθηκε σε τρείς θεματικές ενότητες. Στο πρώτο μέρος πραγματοποιήθηκε θεωρητική έρευνα, ώστε να εντοπιστούν και να κατανοηθούν μερικές από τις ταυτότητες του χώρου σαν συνθήκη. Το δεύτερο μέρος αφορά την ανάλυση των δημόσιων χώρων της Κατερίνης μέσα από το πρίσμα των λειτουργών της. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, με στόχο τη δημιουργία τόπων πύκνωσης, σχεδιάστηκαν χώροι που υψώνονται πάνω από την πόλη, όχι ως ανταγωνιστές της ζωής του δρόμου, αλλά σαν διέξοδοι που θα λειτουργούν σε συνεργασία με αυτόν και οι οποίοι θα είναι ικανοί να παραλάβουν μέρος της δημόσιας ενέργειας. Οι χώροι αυτοί οργανώθηκαν σε τρεις προγραμματικούς τύπους, η Παράσταση, το Χωράφι και η Πτήση, παρέχοντας διαφορετικές δραστηριότητες και άλλα κίνητρα στους λειτουργούς τους. Ο σχεδιασμός τους ωστόσο, έχει κοινή κατεύθυνση, την άνοδο προς τα πάνω, τη θέαση της πόλης, την είσοδο στο φαντασιακό, την επαφή με τον ορίζοντα, τη δημιουργία συνύπαρξης.