Είναι αναγκαίο να μιλάμε για την ουτοπία; Χρειαζόμαστε αρχιτεκτονικές ιδέες -αποτυπωμένες με σχέδια ή λόγια- όταν δεν ανταποκρίνονται σε κάποιο υλοποιήσιμο πρόγραμμα; Μπορεί η αναζήτηση της αρχιτεκτονικής να εμπλουτιστεί με στοιχεία της φαντασίας ή θα έπρεπε να υπηρετεί μόνο το λογικό της πραγματικότητας;
Η έννοια της ουτοπίας είχε πάντα διακυμάνσεις μεταξύ διαφορετικών εποχών και ατόμων. Μερικές φορές τα ουτοπικά οράματα μπορεί να μοιάζουν επικίνδυνα απτά/υλοποιήσιμα, ωστόσο τις περισσότερες φορές θεωρούνται μία απλή, αόριστη φαντασία. Προσπαθώντας να υλοποιήσουμε οραματισμούς, βασισμένους σε κάποιο προσχέδιο/σχέδιο/σύνταγμα, η ιστορία μας έχει διδάξει ότι μία ουτοπική ιδέα μπορεί εύκολα να μεταμορφωθεί σε δυστοπική κατάσταση.
Ο τελευταίος αιώνας ήταν πιθανώς μία από τις ισχυρότερες εποχές της ουτοπικής σκέψης. Η βιομηχανική επανάσταση προκάλεσε μεγάλη ελπίδα στην ανθρωπότητα σχετικά με την επίλυση προβλημάτων και ανισοτήτων με τη βοήθεια της λογικής και της τεχνολογίας. Ριζοσπαστικοί αρχιτέκτονες της συγκεκριμένης εποχής προώθησαν μία πρωτοποριακή σκέψη, παράλληλα με έναν τεχνολογικό ουτοπισμό, δίνοντας νέες διαστάσεις στην εξαιρετικά ελαστική έννοια της ουτοπίας.
Στον 21ο αιώνα, μία εποχή που η πρακτικότητα και η παραγωγή τροφοδοτούνται από τον ευρέως αποδεκτό καπιταλισμό, ποια η σημασία του ουτοπικού ιδεολογισμού, όταν κυριαρχεί το συναίσθημα του τέλους της ιστορίας;
Εχει ενδιαφέρον να μελετάμε και να κρίνουμε αυτή την ουτοπική διάσταση μιας αρχιτεκτονικής που ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε με την προοπτική να παραμείνει στο σχέδιο, αντλώντας από τη σχέση της με την πραγματικότητα, έστω και αν δεν υλοποιήθηκε, καθώς ξεπέρασε κοινωνικές, οικονομικές, πολιτισμικές και κατασκευαστικές συνθήκες της εποχής της.
Σύμφωνα με τον Lewis Mumford η ιστορία της ουτοπίας αποτελεί το άλλο μισό της ιστορίας της ανθρωπότητας. Το σκηνικό των δραστηριοτήτων του ανθρώπου ήταν πάντοτε λίγο πολύ το ίδιο, όσες αλλαγές κι αν υπέστη ο πλανήτης με την πάροδο των χρόνων. Όλα όσα συνέβησαν, όμως, αποτελούν μόνο το μισό της ιστορίας μας, αφού ζούμε ταυτόχρονα σε δύο κόσμους: τον εξωτερικό-υλικό και τον εσωτερικό-του νου μας.