Στις αρχές του 20ου αι. η Ελλάδα της Μικρασιατικής Καταστροφής ανοικοδομείται με βάση το οπλισμένο σκυρόδεμα, υλικό νέο για την εποχή και εύκολο στην παραγωγή, λόγω αφθονίας της πρώτης ύλης του στη χώρα. Η Α.Γ.Ε.Τ. «Ηρακλής» από το 1924 δραστηριοποιείται στην παραγωγή τσιμέντου στην περιοχή του Βόλου εξορύσσοντας πρώτη ύλη από το παρακείμενο Πήλιο όρος και αναπτύσσεται ραγδαία μετά την αλματώδη αύξηση της ζήτησης λόγω των κοινωνικών συνθηκών στη δεκαετία του ’50. Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή ανακόπτεται στο κοντινό μας παρελθόν με τις αντιδράσεις των περιοίκων εναντίον της έντονης μολυσματικότητας της βιομηχανικής μονάδας. Έτσι, η Α.Γ.Ε.Τ. παύει την εξόρυξη, τροφοδοτείται πλέον με πρώτη ύλη δια θαλάσσης και δενδροφυτεύει το νταμάρι της, ώστε να κατευνάσει τα πνεύματα. Σήμερα πιθανολογείται έντονα η οριστική απομάκρυνση της μονάδας από τις κατοικημένες περιοχές, αφήνοντας εντούτοις πίσω ένα νταμάρι το οποίο, με την κατασκευή της νέας περιφερειακής οδού του Βόλου στις παρυφές του, ανάγεται σε σημαντικό τοπόσημο.
Η διπλωματική μας εργασία μελετά τρόπους επανένταξής του στο κοινωνικό γίγνεσθαι ως χώρο αναψυχής - τόσο μέσα από δημιουργικές δραστηριότητες όσο και από εκδηλώσεις τέχνης (η Α.Γ.Ε.Τ. ανέκαθεν ενδιαφερόταν για την τέχνη και τους σύγχρονους επιφανείς εκπροσώπους της, έχοντας στην κατοχή της μια μεγάλη εικαστική συλλογή κατόπιν παραγγελιών), αλλά και ως χώρο μάθησης και φωτός, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η πρότασή μας έχει τέσσερεις βασικές προθέσεις: (α) συνολική αξιοποίηση του νταμαριού, (β) διατήρηση του αναγλύφου, (γ) γραμμικότητα των νέων δομών ως αναφορά στη γραμμή παραγωγής του εργοστασίου και (δ) διαδραστικότητα των χρηστών με τους χώρους. Τα πάντα δομούνται με βασική μονάδα τον κύβο - κύριο υλικό το μέταλλο και το γυαλί, κατ’ άξονα τριών διαδρομών πάνω σε τρεις αναβαθμούς που ορίζουν τρεις ζώνες με διαφορετική χρήση: μουσειακή (α), αναψυχή – μεταφορά(β) και εκπαίδευση (γ). Πάνω στον άξονα αυτόν αναπτύσσονται σε κομβικά σημεία τρία κτίρια: Υποδοχής και ενημέρωσης (1), εκπαίδευσης, φιλοξενίας, δημιουργίας και ψυχαγωγίας (2) και αναψυχής - εστίασης (3). Η διάταξη των κτιρίων σε διαφορετικές στάθμες προκαλεί θραύση του συμπαγούς μεταλλικού μετώπου ενώ προσδίδει δυναμικότητα στο έργο, καθιστώντας το ως σημείο οπτικής αναφοράς στην περιοχή. Ο φωτισμός τόσο του βιομηχανικού όσο και του δομημένου χώρου με γκάμα διαφορετικών χρωματισμών αποτυπώνει οπτικά τις φάσεις εξέλιξης του εργοστασίου αλλά και τη συσχέτιση μεταξύ τμημάτων των δύο χώρων.
Η όλη μελέτη μας αποσκοπεί στη συμφιλίωση της πόλης με το βιομηχανικό χώρο και την επανένταξή του στις δραστηριότητές της.