Οι εγκαταλελειμμένοι οικισμοί στην Ελλάδα αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της. Οι πόλεμοι, η φτώχεια, η μετανάστευση και η γενικότερη αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της εκάστοτε εποχής, συντέλεσαν τα μέγιστα στο να εγκαταλειφθούν διάφοροι οικισμοί και οι κάτοικοί τους να μεταναστεύσουν, κάποιες φορες σε κοντινά και άλλες σε μακρινά μέρη. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο οικισμός του Παλαιού Πλατάνου Αλμυρού ο οποίος βρίσκεται νότια της πολης του Βόλου. Η πρώτη εγκατάσταση κατοίκων στην περιοχή έγινε περίπου το 1500, όπου η μετακίνηση από τις παραθαλασσιες περιοχες στα ενδοτερα, κατέστη επιτακτική, προκειμένου να προστατευτούν από τις επιδρομές πειρατών στα παράλια του Αλμυρού. Στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη ανάδειξης του οικισμού και αναβίωσης της ιστορίας του, μέσα από τη δημιουργία ενός κέντρου πολιτισμού, το οποίο θα λειτουργεί ως ένας ζωντανός οργανισμός και κοινωνικός πυκνωτής μέσα στον εγκαταλελειμμένο πλέον οικισμό. Μέσα από το εγχείρημα, οι επισκέπτες αλληλεπιδρούν με τους ντόπιους, καθώς οι εκδηλώσεις και οι λειτουργίες του project έχουν ως στόχο να προκαλέσουν την ενεργητική συμμετοχή των επισκεπτών σε διαδικασίες παραγωγής τροφίμων και εργαστήρια καλλιέργειας και ταυτόχρονα να δώσουν τη δυνατότητα στους πρώτους να προωθήσουν τα προϊόντα τους. Ο σχεδιασμός έγινε με σεβασμό στην παλία ρυμοτομία του χωριού και τις χαράξεις των δρόμων και εντάσσεται πλήρως στο περιβάλλον του αναφορικά με τα ύψη και τα υλικά κατασκευής, αποφεύγοντας να αποτελέσει ξένο σώμα, σε ένα ήδη υπάρχον δίκτυο δρόμων και οικοδομικών τετραγώνων. Αποτελείται από ένα συγκρότημα πέντε κτιρίων που παρέχουν ξεχωριστές λειτουργίες, ωστόσο οι διαδικασίες που εμπλέκονται σε αυτά τα κανουν να αλληλοσυμπληρώνονται. Η διάταξή τους ακολουθεί τις χαράξεις του εδάφους στο οικόπεδο. To project αναγεννά τον οικισμό και υπενθιμίζει την σημαντική ιστορία που κρύβεται εκεί.