Το εγχείρημα της επέκτασης του Ευρωπαϊκού πολιτισμού βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην ιδέα της ‘ευρωπαϊκής ανωτερότητας’. Ο αυτοπροσδιορισμός του δυτικού ανθρώπου ως ‘πολιτισμένου’ ήταν απόρροια της συστηματικής παρατήρησης και σύγκρισής του με «άλλους», μη δυτικούς, τους οποίους αυτός θεωρούσε «οπισθοδρομικούς» και «απολίτιστους». Η αποικιοκρατία βασιζόμενη σε μεγάλο βαθμό στην ιδέα αυτή κατηγοριοποίησε ιεραρχικά τους πολιτισμούς που ήρθε σε επαφή, τοποθετώντας την Ευρώπη στην κορυφή. Έτσι με άμεσους αλλά και πιο έμμεσους τρόπους επενέβη πολλές φορές αλλοτριώνοντας ή και αλλάζοντας ριζικά τους πολιτισμούς που συνάντησε χρησιμοποιώντας ως νομιμοποιητικό επιχείρημα αυτό του εκπολιτισμού και εκχριστιανισμού των «απολίτιστων», των «άγριων» και των «αλλόθρησκων». Πολλές φορές μάλιστα παρουσιαζόταν υπό τη μορφή φιλανθρωπίας προτάσσοντας ως καθήκον της την πολιτιστική προσφορά και τον εκσυγχρονισμό των μη δυτικών πληθυσμών. Έτσι, έχοντας δικαιολογήσει σε θεωρητικό επίπεδο την επεκτατική αυτή τάση και χρησιμοποιώντας πολιτιστικές, χωρικές, σωματικές, και όχι μόνο, πρακτικές, ο δυτικός άνθρωπος κατάφερε να επεκταθεί και να εδραιωθεί σε όλο τον κόσμο.
Έχοντας ως αφετηρία το βιβλίο του Frantz Fanon «Της γης οι κολασμένοι» , στο ερευνητικό αυτό γίνεται μία προσπάθεια εντοπισμού και ανάλυσης των πρακτικών και των μέσων που επιστρατεύτηκαν στο όνομα της δυτικής ανωτερότητας και χρησιμοποιήθηκαν ιμπεριαλιστικά βοηθώντας και διευκολύνοντας την επεκτατική αυτή πολιτική του δυτικού κόσμου. Το ερευνητικό χωρίζεται σε τρία κεφάλαια-άξονες, παραθέτοντας στην αρχή την έννοια του πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, σε μία προσπάθεια κατανόησης του φαινομένου, συνεχίζει με την παρουσίαση της έννοιας του φύλου και της σωματικότητας στον αποικιακό λόγο και καταλήγει στην ανάλυση των αρχιτεκτονικών πρακτικών που χρησιμοποιήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό για τον έλεγχο, την ευκολότερη διαχείριση και τη διάσπαση της ενότητας των αυτόχθονων πληθυσμών.