Βιώνουμε το χρώμα με κάθε τρόπο και κάθε στιγμή. Άλλοτε το παρατηρούμε κι άλλοτε είναι απλά παρόν στο οπτικό μας πεδίο. Είναι μέσα στον τρόπο που έχουμε μάθει να βλέπουμε - ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Μπορεί να βλέπουμε το χρώμα βάσει φυσικών νόμων αλλά το βιώνουμε σωματικά, συναισθηματικά, κοινωνικά, σε συνάρτηση με ένα μεγάλο εύρος νοημάτων.
Στο ερευνητικό αυτό, με ενδιαφέρει να προσεγγίσω το χρώμα ως στοιχείο στενά συνδεδεμένο με την αντίληψη του ανθρώπου και μέσα σε ένα κοινωνικοπολιτιστικό πλαίσιο που την διαμορφώνει. Παρατηρώντας την εξέλιξη του χρώματος, την ανάδυση χρωματικών τάσεων ανά διάφορες χρονικές περιόδους ή τόπους, την συσχέτιση του χρώματος με την τεχνολογία, με την αισθητική, με διάφορες κοινωνικά δομημένες προκαταλήψεις και τέλος την απουσία του, με ενδιαφέρει να κατανοήσω εάν τελικά το χρώμα δύναται να σημαίνει κάτι, εάν μέσα από αυτό, μπορώ να αντλήσω κάποια πληροφορία. Στο παρόν ερευνητικό, το χρώμα εκλαμβάνεται ως κομμάτι της αισθητικής και μάλιστα, ένα ιδιαίτερα εμφανές ποιοτικό στοιχείο αυτής. Έπειτα, και ως μια μορφή τεχνολογίας, που πάντα συμβαδίζει με την εποχή. Γίνεται λόγος για τις εκφάνσεις του χρώματος στο φυσικό, στο αστικό και στο ψηφιακό τοπίο και η μελέτη του πραγματοποιείται κυρίως με παραδείγματα από τον χώρο της τέχνης. Ακόμη, αναφέρομαι στην χρωμοφοβία που χαρακτηρίζει τους δυτικούς κόσμους, δηλαδή την τάση αυτήν των κοινωνιών να περιορίζει την πολυχρωμία και να υποβιβάζει το χρώμα, συσχετίζοντάς το με το kitschκαι την μαζική κουλτούρα. Στο τελευταίο κεφάλαιο, προσεγγίζεται η ιδέα της αχρωμίας, η ιδέα μιας πραγματικότητας απουσία χρώματος κι η διερώτηση για το πώς θα ήταν η εμπειρία αυτής.