Βασικές αρχές της διπλωματικής αυτής εργασίας αποτελούν οι σκέψεις ότι η πόλη έχεις τόσες όψεις όσες και οι παρατηρητές της, η άμεση σχέση της ανθρώπινης επιθυμίας με το φυσικό και το αστικό περιβάλλον και η αναντικατάστατη σχέση του ανθρώπου με τις συσκευές - μηχανές.
Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιούμε την περιοχή του Ελληνικού ως παράδειγμα μιας σχεδιαστικής στρατηγικής η οποία περιλαμβάνει την καταγραφή των επιθυμιών όλων των εμπλεκόμενων φορέων της περιοχής και στην αναγωγή των καταγεγραμμένων επιθυμιών σε μηχανές, εργαλεία και εξοπλισμό που θα ήταν ικανά να τις εκπληρώσουν. Επομένως, οι φαντασιώσεις για την περιοχή ερμηνεύονται ως μηχανές επένδυσης/αναψυχής, εκγύμνασης, ανασκαφής, πτήσης, διαμαρτυρίας και εισάγονται στρατηγικά στο Ελληνικό δημιουργώντας μια κατάσταση όπου όλες οι ανταγωνιστικές επιθυμίες συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και προσαρμόζονται. Το σενάριο προϋποθέτει την διατήρηση της περιοχής ως έχει, χωρίς καμία κτιριακή παρέμβαση. Μόνο μηχανές, ελαφριές μεταλλικές κατασκευές και περιοδικές δραστηριότητες θεωρούμε οτι θα ήταν ικανές να εκπροσωπήσουν τις αντικρουόμενες φαντασιώσεις και να ενεργοποιήσουν την περιοχή.
Στους πολιτισμούς του παρελθόντος δημιουργήθηκαν μηχανές όπου έδωσαν τις βάσεις για τις μεταγενέστερες. Είναι λοιπόν αδύνατο να φανταστούμε την σημερινή εποχή χωρίς όλες αυτές τις εφευρέσεις μερικές από τις οποίες δύσκολα θα πίστευε κανείς ότι δημιουργήθηκαν τόσες χιλιάδες χρόνια πριν. Το πρώτο μέρος της διπλωματικής αποτελεί, λοιπόν, μια ιστορική αναφορά των καταγωγικών μηχανών που αποτέλεσαν έμπνευση για την μετέπειτα επιλογή. Το δεύτερο μέρος διερευνά την ιστορία, τα γεγονότα και γενικές πληροφορίες του Ελληνικού. Το τρίτο μέρος αφορά την στρατηγική τοποθέτησης των μηχανών, των συμπληρωματικών κατασκευών και των εργαλείων όπως επίσης και τον τρόπο λειτουργίας του θεματικού πάρκου που προτείνεται.