Κατά την Παλαιολιθική εποχή, ο άνθρωπος ένιωθε αναπόσπαστο κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο και αποκαλούσε “Μεγάλη Μητέρα”. Η νοοτροπία αυτή άλλαξε κατά την Νεολιθική εποχή, όπου εντοπίζονται οι πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να επιβληθεί στο φυσικό περιβάλλον. Στην συγκεκριμένη περίοδο, καθώς για πρώτη φορά εμφανίζεται η διάκριση μεταξύ καλλιεργημένης και μη καλλιεργημένης γης, τοποθετείται χρονικά η εμφάνιση της έννοιας της ερημιάς (wilderness). Την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση του πληθυσμού των αναπτυγμένων χωρών, το οποίο συσσωρεύτηκε σε αστικά κέντρα. Το γεγονός αυτό, είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των περιοχών της άγριας φύσης, όπως επίσης και την ενίσχυση των απόψεων των κλασικών, ότι δηλαδή ο άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει ανεξάρτητος από το φυσικό περιβάλλον, μια θεώρηση που τείνει να αλλάζει από τις αρχές του 19ο αιώνα, όπου παρατηρείται η δημιουργία χώρων πρασίνου στο εσωτερικό των πόλεων, σε μια προσπάθεια του ανθρώπου να βελτιώσει το βιοτικό του επίπεδο. Η παρούσα ερευνητική εργασία είναι μια διαλεκτική απόπειρα που πραγματεύεται αυτές τις σχέσεις μεταξύ πόλης-υπαίθρου, σα φάσεις ή στιγμές μιας μεγαλύτερης αστικής διαδικασίας, μιας διαδικασίας στην οποία οι δυνατότητες της αστικής ανάπτυξης αποκαλύπτονται εσωτερικά, εμπλουτίζονται και φθάνουν στην απόλυτη άρνηση τους στη σύγχρονη μητρόπολη. Ο βασικός σκοπός της είναι να καταστήσει ικανό τον αναγνώστη να δει αυτή τη διαδικασία - τους εσωτερικούς συνδέσμους ανάμεσα στις διάφορες περιόδους της αστικής ιστορίας - και να συνειδητοποιήσει ότι ο ουρμπανισμός πρέπει να θεωρηθεί σα μια ανάπτυξη που μας τοποθετεί σε μια μοναδική θέση, προκειμένου να ξεπεράσουμε την πόλη σαν τέτοια, και να δημιουργήσουμε ένα νέο τύπο κοινότητας, ένα τύπο που να συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά της αστικής ζωής και της ζωής στην ύπαιθρο, μέσα στα πλαίσια μιας εναρμονισμένης μελλοντικής κοινωνίας. Οι τελευταίες σελίδες υπαινίσσονται πως θα έπρεπε να είναι μια τέτοια κοινότητα.