Όλοι μας πολύ συχνά έχουμε βρεθεί σε συζητήσεις παράγοντας, ακούγοντας ή και συμμετέχοντας σε σχόλια που αφορούν τρίτους μη παρόντες. Αυτές οι συζητήσεις είναι γνωστές με τον όρο κουτσομπολιό και αποτελούν μια κοινωνική συμπεριφορά που διαμορφώνει τις κοινωνικές νόρμες, ενώ παράλληλα μέσω αυτής, επιτυγχάνεται μέρος της κοινωνικής γνώσης. Για να διεξαχθεί όμως, σωστά, το κουτσομπολιό πρέπει να ακολουθούνται κάθε φορά συγκεκριμένοι κανόνες και διαδικασίες που αφορούν τον τρόπο διασποράς της πληροφορίας αλλά και την καταλληλότητα των ατόμων που την διαδίδουν και την λαμβάνουν. Ωστόσο ο κουτσομπόλης δεν σχολιάζει τα πάντα, κυμαίνεται ανάμεσα στα περιστατικά που του δημιουργούν εντύπωση και σε αυτά που δεν ενυπάρχουν στην καθημερινότητά του, ενώ παράλληλα μπορούν να τον ερεθίσουν γεγονότα από τον τύπο, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το διαδίκτυο.
Στις αυλές των σπιτιών, στις εισόδους των πολυκατοικιών, σε δρόμους, στην τηλεόραση, στο τηλέφωνο, το κουτσομπολιό βρίσκεται παντού και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον ιδιωτικό και τον δημόσιο χώρο. Είναι ένα μέσο το οποίο διαρρηγνύει τα όρια που σχηματίζουν κάθε φορά αυτές οι δύο σφαίρες, είτε αυτά είναι νοητά και άυλα, είτε χωρικά. Έτσι λοιπόν τα εκάστοτε όρια πέρα από κατώφλι για αυτή την πρακτική ομιλίας αποτελούν και τον φορέα της, είναι αυτά που θα αφήσουν το αδιάκριτο βλέμμα να εισέλθει και να εξέλθει αλλά και αυτά που θα αποτελέσουν την πηγή της πληροφορίας. Αυτή είναι άλλωστε η λειτουργία του κουτσομπολιού, να τρυπώνει και να εισβάλει στην ιδιωτικότητα του καθενός.