Μέσα από την λογοτεχνία του Μαρκήσιου ντε Σαντ εντοπίζουμε την ύπαρξη μονάδων εγκλεισμού μικρότερης και μεγαλύτερης κλίμακας. Οι πρωταγωνιστές των έργων του βιώνουν τον εγκλεισμό με ρόλους διττής σημασίας΄ είτε ως θύματα είτε ως θύτες.
Μερικές από τις χαρακτηριστικές αρχές του εγκλεισμού που εντοπίζουμε στην λογοτεχνία του αλλά και στις πραγματικές σωφρονιστικές μονάδες είναι οι εξής: πειθαρχία, αδιάκοπη επιτήρηση, εξαναγκασμός, συμμόρφωση και άκριτη υπακοή σε σύνολο κανόνων, υποδούλωση, επιβολή κ.α.
Το υπόσκαφο μουσείο (α)σωματικής πειθαρχίας και (α)σωματικού εγκλεισμού ενσωματώνει κάποιες από τις αρχές εγκλεισμού και προσπαθεί μέσα από την μεγάλη έκταση και την πολυπλοκότητα του χώρου του να ανιχνεύσει την εσωτερικότητα ενός σώματος υπό καθεστώς πειθαρχίας, την υποτακτικότητα και την συμμόρφωσή του σε συγκεκριμένους κανόνες μέσα στα πολυάριθμα και όμως «ασφυκτικά» τετραγωνικά μέτρα μιας οργανικής, υπόγειας κατασκευής στο Παλιούρι Διμηνίου. Μέσα από ένα σύστημα χώρων που επικοινωνούν μεταξύ τους, διαγράφονται ιδιαίτερες πορείες που άλλοτε οδηγούν την επόμενη αίθουσα και άλλοτε αποδεικνύονται λαβυρινθοειδείς.
Η κατάργηση των δικαιωμάτων σε ένα περιβάλλον εγκλεισμού (λογοτεχνικό ή/ και πραγματικό) είναι σχεδόν δεδομένη όπως άλλωστε είναι και η επιτήρηση. Η επιβολή τυπικών κανόνων σε συνδυασμό με τα παραπάνω αναπτύσσουν σε κάθε χώρο εγκλεισμού και ειδικότερα μέσα στο «μουσείο», εννοιολογικά δίπολα (ελεύθερος – φυλακισμένος, λογικός – τρελός, θύμα – θύτης, επιτηρούμενος – επιτηρητής κ.α). Συνέπεια αυτών είναι και η κοινωνία να αποκτήσει διαφορετικές διπολικές ταυτότητες (υγιής – άρρωστη, βιώσιμη – ανυπόφορη, επίγεια – υπόγεια, φυσιολογική – χθόνια κ.α).
Η εικονογραφία των συγγραμμάτων του Σαντ αποτελείται από σεξουαλικές και χωρικές περιγραφές. Ωστόσο και οι δυο αυτές κατηγορίες συγκλίνουν σε ένα κοινό σημείο΄ το σύνολό τους αποδίδεται με χωρικούς χαρακτηρισμούς και χειρισμούς. Το μεν σώμα (αδιάφορο ως προς το φύλο) αποκτά χωρική διάσταση και ο δε χώρος προδίδει σε κάθε χαρακτηριστικό του ότι πρόκειται για έναν χώρο που στην ουσία συμβάλλει τα μέγιστα στο καθεστώς εγκλεισμού. Η πανοπτικότητα του χώρου, η επιτήρηση της υπαγορευμένης δράσης αλλά και ο καθρεπτισμός της ανθρώπινης έκφρασης είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά των σαδικών χώρων, των πραγματικών μονάδων εγκλεισμού και του «μουσείου».
Η χωρικότητα των σωμάτων είναι αυτή που καθορίζει την οργανική μορφή του περιγράμματος αλλά και την διάρθρωση της κατασκευής. Την κτιριακή μορφή αποτελεί ένα πλήρες γυναικείο σώμα που περιέχει μέσα του το ανδρικό ενώ και τα δυο «μοιράζονται» την γαστρεντερική περιοχή. Οι δυο αυτές φύσεις του ίδιου σώματος στην ουσία αποδίδουν στον χώρο θηλυκά και αρσενικά χαρακτηριστικά ταυτόχρονα. Η όποια ευρυχωρία, θαλπωρή, ζεστασιά και παθητικότητα αποδίδει την χωρική θηλυκότητα ενώ η στενότητα , η αφιλοξενία και η ενεργητικότητα την χωρική αρσενικότητα.
Το υγρό στοιχείο είναι ιδιαίτερης σημασίας στην κατασκευή μας μιας και η σεξουαλικότητα και το σεξουαλικό ένστικτο – ανάγκη συνδέεται άμεσα με την υγρασία. Ένα σώμα ωστόσο αποτελείται από μεγάλα ποσοστά υγρασίας, από όργανα διαφόρων υφών και από λειτουργίες ζωτικής σημασίας για το ίδιο. Ο φωτισμός ή όχι των χώρων ενισχύει την εσωτερικότητα της κατασκευής και την διαδικασία επιβολής της πειθαρχίας στο σώμα του επισκέπτη.
Η σχέση επιβολής – επιτήρησης – πειθαρχίας – σώματος είναι άρρηκτες και ουσιαστικά όλες επενεργούν πάνω στο σώμα επιβάλλοντας του να ενεργεί σύμφωνα με τις επιταγές της πειθαρχικής αρχής. Στο τέλος κάθε διαδικασίας εγκλεισμού προκύπτει ουσιαστικά ένα «νέο σώμα» χωρίς απαραίτητα να πρέπει να απαντήσουμε εάν αυτό είναι ένα καλύτερο ή χειρότερο σώμα. Το «νέο σώμα» φέρει τα σημάδια της πειθαρχίας πάνω του και είναι σχεδόν πιθανόν να ταυτίσουμε τα σημάδια της πειθαρχίας με τον χώρο στον οποίο αυτά δημιουργήθηκαν.